To 1997 ήταν ιδιαίτερη χρονιά για την Toyota, αναφορικά με το αγωνιστικό της πρόγραμμα. Σηματοδότησε την επιστροφή της στα δρώμενα του WRC, μετά την αποβολή της από το πρωτάθλημα του 1995, λόγω τεχνικών παρατυπιών στην Celica GT-Four ST205. Επίσης, σήμανε την αντικατάσταση της Celica στις ειδικές των ράλλυ έπειτα από 25 ολόκληρα χρόνια και την συμμετοχή του Ove Andersson, στον αγώνα της Μεγάλης Βρετανίας (το γνωστό μας RAC) το 1972.
Το Corolla ανέλαβε να επαναφέρει τον ιαπωνικό κολοσσό στην κορυφή του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος Ράλλυ. Η πολιτική έκδοση έπρεπε να έχει κάποια σχέση με την Corolla WRC, όμως η λύση του rally replica κατά τα πρότυπα των Mitsubishi Lancer Evo και Subaru Impreza STI δεν κρίθηκε συμφέρουσα οικονομικά. Κι από την στιγμή που δεν υπήρχε η υποχρέωση για homologation special, εγένετο Corolla G6!
Η κορυφαία εξοπλιστικά έκδοση βασιζόταν στην Linea Terra, δίνοντας έμφαση στο νεανικό χαρακτήρα – ειδικά στο εσωτερικό. Tο μαύρο χρώμα στα πλαστικά (αντί της διχρωμίας των υπολοίπων εκδόσεων), τα μπάκετ καθίσματα, ο πίνακας οργάνων με απομίμηση ανθρακονημάτων και τις κόκκινες ενδείξεις, μα πάνω από όλα ο «αγωνιστικού»
τύπου επιλογέας των έξι σχέσεων, επενδυμένος με δέρμα και με αλουμίνιο στη
λαβή του, έκαναν ξεκάθαρα τις διαθέσεις της G6. Η οποία είχε στάνταρ αερόσακο συνοδηγού και ABS (για 1997 μιλάμε).
Δείτε ακόμα: Toyota Starlet Glanza 264 ίππων ξεσπάει στις 8.000 σ.α.λ. (+video)
Μηχανικά, η μία επιπλέον σχέση στο κιβώτιο επέτρεψε στους μηχανικούς της Toyota να «κοντύνουν» τις υπόλοιπες 5 και να τονώσουν τα 86 άλογα στις 5.400 σ.α.λ., μαζί με τα 120 Nm στις 4.200 σ.α.λ. του 4E-FE των 1.332 κ.εκ. Ο χρόνος για τα πρώτα 100 χλμ./ώρα έπεσε στα 12,4 δλ. (από 12,8), όπως και η τελική (175 χλμ./ώρα από 177) καθώς η 6η ήταν overdrive.
Για τους πιο απαιτητικούς, το 1999 παρουσιάστηκε η «μεγάλη» G6 με τον 1.600άρη 4A-FE των 110 ίππων και την προσθήκη του γράμματος «R» στην ονομασία. Η G6R δημιουργήθηκε για να γιορτάσει το πρωτάθλημα των Κατασκευαστών που κατέκτησε το Corolla WRC και οι διαφορές της σε σχέση με τις «ταπεινές» αδελφές της ήταν εμφανείς: χαμηλότερη απόσταση από το έδαφος, σφιχτότερη ρύθμιση της ανάρτησης, splitter στον εμπρός προφυλακτήρα, διακριτικές ποδιές στο πλάι και αεροτομή οροφής, σε συνδυασμό με τις χαρακτηριστικές 15αρες ζάντες (με ελαστικά 195/55) έδιναν τον τόνο.
Στο εσωτερικό το κόκκινο χρώμα στις ραφές των καθισμάτων, του λεβιέ, του πίνακα οργάνων και του σπορ τιμονιού, μαζί με τα αλουμινένια πεντάλ, έβαζαν τον οδηγό στο «τριπάκι».
Ο 1.600άρης φρόντιζε να ικανοποιήσει με το παραπάνω τις ορέξεις του, καθώς τα 9,7 δλ. για το 0-100 χλμ./ώρα και τα 197 χλμ./ώρα τελικής ήταν εξαιρετικά νούμερα για την κατηγορία.
To 2001 οι G6 ακολούθησαν την ανανέωση των υπολοίπων Corolla, με τον νέο 4ΖΖ-FE των 1.4 λίτρων και 97 ίππων να αναλαμβάνει την βάση και τον 3ZZ-FE των 1.6 λίτρων και 110 ίππων την κορυφή της έκδοσης. Η μικρότερη G6 ήρθε πιο κοντά στη μεγάλη τόσο από πλευράς εμφάνισης, όσο και επιδόσεων. Οι ζάντες αλουμινίου ήταν κοινές, ενώ το 0-100 χλμ./ώρα της 1.4 κατέβηκε στα 11,8 δλ. και η τελική ανέβηκε στα 185 χλμ./ώρα (9,8 και 195 χλμ./ώρα η νέα 1.6).
Διαβάστε επίσης: Το Fiat Punto GT είναι το «βρωμόγκαζο» της καρδιάς μας!
Μπορεί σήμερα οι 6 ταχύτητες να αποτελούν κοινό τόπο, όμως η G6 με το Fiat Punto Sporting 2ης γενιάς (ακολούθησαν τα Sporting 1.4, Grande Punto 1.4 16V και Panda 100HP Sporting) τις έβαλαν «στα σπίτια» του κόσμου. Αξίζει δε να σημειωθεί πως πρωτοπόρος ήταν ένα άλλο Punto, το 6 Speed 1ης γενιάς, που συνδύαζε τα 55 άλογα του 1.100άρη Fire με 6άρι χειροκίνητο. Η απήχηση και ο εμπορικός αντίκτυπος, ωστόσο, δεν συγκρίνεται με την G6.