Μια πορεία 13 ετών, με πάνω από 40 βραβεία και 2,2 εκατ. πωλήσεις, περνάει στο επόμενο κεφάλαιο. Το Dacia Duster μπαίνει στην τρίτη του γενιά, ριζικά διαφοροποιημένο και ολιστικά αναβαθμισμένο σε κάθε τομέα, με σκοπό να συνεχίσει το καταπληκτικό εμπορικό σερί που τρέχει το όνομα «Duster» από το 2010.
«Αρματωμένη εμφάνιση», κορυφαίο εκτός δρόμου
Η πρώτη ματιά φανερώνει τα πάντα για το νέο Duster. Άλλο αυτοκίνητο σε σχέση με το απερχόμενο, με εντελώς διαφορετικό παρουσιαστικό και ακόμα πιο off road προσέγγιση. Το σκληροτράχηλο παρουσιαστικό του Bigster, με τα μακρόστενα φωτιστικά και τους τονισμένους θόλους (ειδικά πίσω) αλλάζουν επίπεδο την αισθητική του Duster, η οποία εμφανίζεται με κρυφές χειρολαβές για τις πίσω πόρτες. Τα φανάρια πίσω δεν διατηρούν την παραμικρή σχέση με τα σημερινά, αποτελώντας μικρότερη παραλλαγή εκείνων που είδαμε στο Bigster, ενώ και οι φαρδιοί ώμοι με τις αιχμηρές γραμμές διαφοροποιούν πλήρως το προφίλ της 3ης γενιάς Duster. Συνολικά, μιλάμε για ένα σχέδιο που χαρίζει στα C-SUVs ένα από τα ενδιαφέροντα σχήματα της κατηγορίας.
Τα πλαστικά προστατευτικά, τα σήματα, τα τριγωνάκια στον εμπρός προφυλακτήρα και οι ποδιές εμπρός-πίσω κατασκευάζονται από ένα νέο υλικό, ονόματι Starkle, που αποτελείται κατά 20% από ανακυκλωμένα υλικά και διαθέτει αντιχαρακτικές ιδιότητες. Η προσοχή στην εκτός δρόμου δυναμική απεικονίζεται στις κορυφαίες γωνίες προσέγγισης και αποχώρησης, που αγγίζουν τις 31 και 36 μοίρες αντίστοιχα στην τετρακίνητη έκδοση. Στο ίδιο, ανώτατο επίπεδο για την κατηγορία, τοποθετείται και η απόσταση από το έδαφος, που φτάνει μέχρι τα 217 χλστ. (στο 4×4). Στο ίδιο μήκος κύματος και τα προαιρετικά αξεσουάρ, περιλαμβάνοντας το -γνωστό από το Jogger- Sleep Pack και σχάρα οροφής.
Πλήρες τεχνολογιών και ψηφιακότητας εντός
Καμία σχέση σε σχέση με το σημερινό Duster και εσωτερικά, όπου για πρώτη φορά συναντάμε ψηφιακό πίνακα οργάνων 7 ιντσών (στις πλούσιες εκδόσεις) και νέα οθόνη αφής 10,1 ιντσών, η οποία έχει και κλίση 10 μοιρών προς τη μεριά του οδηγού. Εκεί απεικονίζονται ενδείξεις μέχρι για το αλτίμετρο, την κλίση του εδάφους και την κατανομή της ροπής (στο τετρακίνητο), χάρη στο νέο σύστημα All Road Info. Παράλληλα εμφανίζονται πληροφορίες για τη λειτουργία των 5 διαφορετικών προγραμμάτων οδήγησης (Auto, Snow, Mud/Sand, Off-Road και Eco), που επιδρούν στο γκάζι, το τιμόνι, την απόδοση της ισχύος, την κατανομή της μεταξύ αξόνων και τροχών (στο 4×4), και τη λειτουργία του αυτόματου κιβωτίου (όπου τοποθετείται).
Τα υλικά εμφανίζονται αναβαθμισμένα σε όψη και ποιότητα, αλλά και ακόμα πιο ανθεκτικά στο λέρωμα. Ειδικά στην έκδοση Extreme, όπου οι επενδύσεις TEP Microcloud είναι πλήρως πλενόμενες, όπως και τα ειδικά σχεδιασμένα λαστιχένια ταπέτα.
Με τρεις κινητήρες, μόνο βενζίνη, για πρώτη φορά υβριδικό
Πολύ ενδιαφέροντα τα πράγματα κάτω από το ριζικά διαφοροποιημένο αμάξωμα, όπου τη σκυτάλη από το πάτωμα Β0+ αναλαμβάνει το πιο σύγχρονο CMF-B (εκεί που πατάει το Renault Captur). Η αλλαγή αυτή είναι υπεύθυνη για την πρεμιέρα του τρικύλινδρου 1.2 τούρμπο TCe με τους 130 ίππους, που συνδυάζεται με ήπιο υβριδικό σύστημα 48V και κιβώτιο 6 σχέσεων (χειροκίνητο ή αυτόματο). Ο τετρακύλινδρος 1.3 TCe των 130/150 ίππων δεν συνεχίζει, ούτε ο ντίζελ 1.5 Blue dCi – κάτι που αφήνει τη γκάμα του Duster χωρίς πετρελαιοκινητήρα, για πρώτη φορά από όταν παρουσιάστηκε.
Αντίθετα, ο 1.0 TCe LPG συνεχίζει κανονικά. Η απόδοση παραμένει στους 100 ίππους, με τη συνδρομή του αερίου να μειώνει τις εκπομπές CO2 κατά 10% (όταν το μοτέρ λειτουργεί με LPG) και να εκτινάσσει την αυτονομία έως τα 1.300 χλμ., χάρις στα συνδυαστικά 100 λίτρα καυσίμου (50 το ρεζερβουάρ της βενζίνης, άλλα 50 το LPG).
Πρεμιέρα για Duster κάνει και η full hybrid τεχνολογία, μέσα από το υβριδικό σύνολο που πρωτογνωρίσαμε στο Jogger Hybrid 140. Το νέο Duster Hybrid 140, όπως υποδηλώνει και η ονομασία του, αποδίδει συνδυαστικά 140 ίππους. Το μηχανικό αυτό σύνολο αποτελείται από ένα 4κύλινδρο βενζινοκινητήρα 1.6 λτ. ισχύος 90 ίππων και 148 Nm ροπής, ένα ηλεκτροκινητήρα 50 ίππων και 205 Nm ροπής και μια υψηλής τάσεως μίζα/γεννήτρια εκκίνησης με 50 Nm. Η κίνηση στους εμπρός τροχούς μεταδίδεται μέσω ενός αυτόματου κιβωτίου multi-mode 6 ταχυτήτων, εκ των οποίων οι 4 σχέσεις συνδέονται με τον κινητήρα εσωτερικής καύσης και οι 2 με τον ηλεκτροκινητήρα.