Επιτέλους, τέλος! Μετά από 5,5 χρόνια αναμονής και αρκετές καθυστερήσεις, το πρώτο hypercar της Mercedes είναι πανέτοιμο! Εξελιγμένο σε συνεργασία με την ομάδα των Γερμανών στη Formula 1, δεσμεύεται να φέρει την κορωνίδα του motorsport στους δημόσιους δρόμους.
Εμφανισιακά δεν άλλαξε τίποτα σε σχέση με το πρωτότυπο που εμφανίστηκε το 2017. Ένα αμάξωμα από ανθρακονήματα, σμιλεμένο από τις επιταγές της αεροδυναμικής και με καταγωγή από F1, όπως δηλώνει το το «shark fin» στη ράχη του One. Τα ενεργά αεροδυναμικά βοηθήματα είναι παντού, αρχής γενομένης από το εμπρός splitter, τα πτερύγια στους εμπρός θόλους και την αεροτομή, που δεσπόζει στο πίσω μέρος. Η Mercedes-AMG δηλώνει πως το One ξεκινά να παράγει κάθετη δύναμη από τα μόλις 50 χλμ./ώρα, διαθέτοντας διαφορετικά προγράμματα λειτουργίας που μεγιστοποιούν το downforce ή την τελική ταχύτητα.
Με τα Race Plus και Strat2, που υπάγονται στο Track Mode, το hypercar από τη Στουτγκάρδη παράγει 5 φορές περισσότερη κάθετη δύναμη σε σχέση με το Normal. Η αεροτομή τιμά τη συγγένεια με τα μονοθέσια των Lewis Hamilton και George Russell, μέσω της λειτουργίας Race DRS. Σε αυτή το πτερύγιο του spoiler οριζοντιώνεται και μειώνει τις αεροδυναμικές αντιστάσεις, καθιστώντας εφικτή την επίτευξη της τελικής ταχύτητας. Πριν περάσουμε σε αυτή και τα υπόλοιπα τεχνικά χαρακτηριστικά, μια βόλτα από το εσωτερικό.
Τα ανθρακονήματα καθίσματα είναι βιδωμένα απευθείας στο επίσης carbon σασί, με τα πεντάλ και το τιμόνι να ρυθμίζονται για την προσαρμογή στα δεδομένα του εκάστοτε οδηγού. Αν το θέλει ο πελάτης, βέβαια, το κάθισμα μπορεί να ετοιμαστεί ακριβώς στα μέτρα του. To τετράγωνο και γεμάτο διακόπτες τιμόνι «φωνάζει» Formula 1, όμως το One έχει τις ανέσεις του. Υπάρχουν ηλεκτρικά παράθυρα, ηχοσύστημα και κλιματισμός, ενώ ο οδηγός μπορεί να ελέγχει τις λειτουργίες του αυτοκινήτου μέσω δυο 10ιντσων οθονών. Κεντρικό καθρέπτη πάντως δεν διαθέτει, με μια κάμερα να παίρνει τη θέση του. Κάτι που συμβαίνει λόγω της μηδενικής ορατότητας προς τα πίσω, ελέω κινητήρα και αεροδυναμικής διαμόρφωσης του αμαξώματος.
Ο μεγαλύτερος μπελάς για τους ανθρώπους των AMG και AMG High Performance Powertrain Formula 1 ήταν, φυσικά, η τοποθέτηση ενός μοτέρ F1 σε αυτοκίνητο παραγωγής. Το κινητήριο σύνολο του One αποτελείται από έναν υπετροφοδοτούμενο V6 κινητήρα 1.6 λίτρων, συνδυαζόμενο με ηλεκτρικό turbo και 4 ηλεκτροκινητήρες. O βενζινοκινητήρας παράγει 574 ίππους και είναι σύννομος με τις νόρμες Euro 6, έχοντας παράλληλα την ικανότητα να στροφάρει μέχρι τις 11.000 σ.α.λ.
Ένα ζευγάρι ηλεκτρικών μοτέρ μπροστά (ανά τροχό) συνθέτουν το άλλο μισό της μετάδοσης και συνεισφέρουν συνδυαστικά 326 ίππους, με τον τρίτο ηλεκτροκινητήρα να συνδράμει 163 ίππους στο στρόφαλο του 1.600άρη V6. O τέταρτος ηλεκτροκινητήρας απαρτίζει το ηλεκτρικό τούρμπο και προσθέτει άλλους 122 ίππους. Συνολικά, το τετρακίνητο και πεντακινητήριο One αποδίδει 1.063 ίππους και καλείται να κινήσει 1.695 κιλά, ενώ χάρις στη μπαταρία των 8,4 kWh μπορεί να κινηθεί μόνο με το ρεύμα για έως 18 χλμ.
Με αναλογία κιλών ανά ίππο στο 1,59 και τόση ηλεκτρική ισχύ, δεν προκαλεί εντύπωση πως το 0-100 χλμ./ώρα ολοκληρώνεται σε 2,9 δλ. και το 0-200 χλμ./ώρα σε 7,0 δλ. Η κλιμάκωση του 7τάχυτου ημιαυτόματου κιβωτίου είναι περισσότερο προσανατολισμένη στις γεμάτες καμπύλες απόδοσης, παρά την επίτευξη τελικής ταχύτητας – εξ ου και τα 352 χλμ./ώρα που ανακοινώνει η Mercedes-AMG. Το One γενικότερα δεν σχεδιάστηκε για να κυνηγάει ρεκόρ ταχύτητας, όμως εκείνα των χρόνων σε πίστες κινδυνεύουν. Ακριβώς ίδια φιλοσοφία με τα μονοθέσια της Formula 1, δηλαδή.
Το γερμανικό hypercar διαθέτει πλήρως ρυθμιζόμενη push-rod ανάρτηση και ελαστικά Michelin Pilot Sport Cup 2 M01, που εξελίχθηκαν ειδικά για αυτό. Πίσω από τις πολυάκτινες ζάντες και τα αεροδυναμικά καλύμματα κρύβονται κεραμικές δισκόπλακες 15,6 ιντσών εμπρός-15 ιντσών πίσω, με εξαπίστονες και τετραπίστονες δαγκάνες, που φροντίζουν να επιβραδύνουν το One με ρυθμούς αντίστοιχους (ου μη ανώτερους) της επιτάχυνσης. Όλα αυτά τα «όπλα» θέλουν το τεχνολογικό ανδραγάθημα της Mercedes, να γυρνάει το Nurburgring σε περίπου 6 λεπτά!
To κόστος του One υπολογίζεται στα 2,5 εκατ. ευρώ προ φόρων, για μια περιορισμένη παραγωγή της τάξης των 275 μονάδων – οι οποίες έχουν ήδη «φύγει»!