Με το θερμόμετρο να δείχνει 40άρια και μόνο η σκέψη της εισόδου στο «φουρνισμένο» αυτοκίνητο, είναι ικανή να σε αποτρέψει από την οδήγηση. Αλλά όταν δεν μπορούμε να το αποφύγουμε, τι κάνουμε; Ανοίγουμε κλιματισμό ή παράθυρα; Ή μήπως και τα δύο;
Η απάντηση δεν είναι όσο απλή πιστεύουμε. Το αυτοκίνητο καταναλώνει περισσότερο καύσιμο τόσο με το air condition στο «on», όσο και όταν αυτό είναι κλειστό αλλά έχουμε ανοιχτά παράθυρα. Το ζήτημα είναι να γνωρίζει κάποιος πότε είναι ιδανικό να κάνουμε είτε το ένα, είτε το άλλο. Κυριότερα, δε, να μπορούμε να το κάνουμε. Ξεκινάμε από το αυτονόητο: η χρήση του κλιματισμού εκ φύσεως αυξάνει την κατανάλωση. Στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων, το κομπρεσέρ του κλιματισμού παίρνει ενέργεια από τον κινητήρα. Κατά συνέπεια, αυξάνεται το έργο του. Στα πιο αδύναμα μοτέρ το αντιλαμβανόμαστε χειροπιαστά, με απώλεια ισχύος. Κάποιες φορές μάλιστα, ιδίως στα παλιότερα μοντέλα, είναι τόσο έντονη ώστε απαιτείται απενεργοποίηση του air condition όταν βρεθούμε σε ανηφόρα.
Σύμφωνα με την Ένωση Μηχανικών Αυτοκινήτων (SAE: Society of Automotive Engineers) ο κλιματισμός μπορεί να αυξήσει την κατανάλωση του αυτοκινήτου έως 10%. Μάλιστα κάποιες άλλες έρευνες κάνουν λόγο για αύξηση της μέσης κατανάλωσης ακόμη έως και 25%. Φυσικά αυτό εξαρτάται από τη θερμοκρασία περιβάλλοντος, το μέγεθος της καμπίνας του αυτοκινήτου, την υγρασία και το μηχανικό σύνολο.
Κάτι ανάλογο, όμως, ισχύει και για τα ανοιχτά παράθυρα. Η αεροδυναμική αντίσταση «κόβει» το αυτοκίνητο στον ίδιο, αναλόγως ταχύτητας σε μεγαλύτερο, βαθμό με τον κλιματισμό, εκτινάσσοντας τις ενδείξεις του trip computer. Για να δροσιστούμε, κοινώς, θα πρέπει να «ξηλωθούμε». Το θέμα είναι να το κάνουμε όσο το δυνατόν λιγότερο.
Βάσει ερευνών του SAE, η αντίσταση του αέρα αρχίζει να γίνεται επιζήμια στην τσέπη από τα 60 χλμ./ώρα και πάνω. Όσο ταχύτερα και πιο ανοιχτά τα παράθυρα, τόσο μεγαλύτερη η επιβάρυνση στην κατανάλωση. Οπότε το αυτοκίνητο πράγματι «καίει» λιγότερο με τον κλιματισμό, αρκεί να βρισκόμαστε σε σχετικά ανοιχτό δρόμο και ροή κυκλοφορίας. Τι γίνεται, όμως, όταν είμαστε «πηγμένοι» στον Κηφισό ή το κέντρο της Αθήνας; Εκεί η κατάσταση αντιστρέφεται άρδην.
Στο ήδη ταλαίπωρο σκηνικό του «σταμάτα-ξεκίνα» και της λειτουργίας στο ρελαντί, έρχεται να προστεθεί στο μοτέρ και η τροφοδότηση του κλιματιστικού. Δεν χρειάζεται ιδιαίτερη ανάλυση για το πόσο αυξάνεται η κατανάλωση, από τη στιγμή μάλιστα που ακόμα και το start-stop απενεργοποιείται (αναλόγως επιλεγμένης θερμοκρασίας), προκειμένου να δοθεί προτεραιότητα στη θερμική άνεση της καμπίνας. Καθαρά οικονομοτεχνικά, η καλύτερη λύση είναι να οδηγούμε με ανοιχτά παράθυρα στην πόλη και κλιματισμό στην εθνική. Για προφανείς λόγους ευεξίας και υγείας, ειδικά εν μέσω καύσωνα, το πρώτο αποκλείεται. Οπότε το κλου είναι να αντισταθούμε στην ψευδαίσθηση οικονομίας που προσφέρει το ανοιχτό παράθυρο στα αρκετά χλμ./ώρα, μαζί με την εφήμερη δροσιά που φέρνει το εισερχόμενο ρεύμα αέρα.