Η BMW αναβίωσε το όνομα «3.0 CSL», κοστολογώντας το παράλληλα στις 802.000 ευρώ, έχοντας επαναφέρει παράλληλα τα τρία θρυλικά γράμματα και στην κανονική γκάμα, με τη μορφή της M4 CSL. Ο ορισμός των «Coupe Sport Leichtbau», όμως, μετά την πρώτη βέβαια, είναι η M3 E46.
Παρουσιάστηκε το 2004 και παρήχθη σε μόλις 1.383 κομμάτια, αφήνοντας εποχή με τον αμίμητο συριγμό του εξακύλινδρου εν σειρά κινητήρα της και των ιδιαίτερων γνωρισμάτων της. Εκτός του εμφανισιακού μέρους, με τις χαρακτηριστικές 19άρες, το Silver Grey Metallic χρώμα, το φημισμένο Gurney flap στην πόρτα του πορτμπαγκάζ, τον προφυλακτήρα με την κυκλική εισαγωγή και το ανθρακονημάτινο splitter, μαζί με την ανάλογη οροφή, το κλου της Coupe Sport Leichtbau ήταν στα μηχανικά μέρη.
Ο S54 των 3.2 λίτρων ξεζουμίστηκε ατμοσφαιρικά, παράγοντας 360 (από 343) άλογα στις 7.900 σ.α.λ. και 370 Nm ροπής (από 365), η ανάρτηση άλλαξε και το αμάξωμα υπέστη εκτενή δίαιτα, χάνοντας 110 κιλά (1.385 στο σύνολο) μαζί με το ηχοσύστημα, τον κλιματισμό, μεγάλο μέρος της ηχομόνωσης, τοποθετώντας ανθρακόνημα εκτός από την οροφή, στο ταμπλό και τις πόρτες και πολλά ακόμα. Ο συνδυασμός με το 6άρι ημιαυτόματο SMG II και ένα από τα πρώιμα launch controls, εξασφάλιζε επιτάχυνση 4,9 δλ. για τα 100 χλμ./ώρα από στάση και τελική 250 χλμ./ώρα, πάντα ηλεκτρονικά περιοριζόμενη. Σε περίπτωση αφαίρεσης αυτού, ανέβαινε στα 280 χλμ./ώρα.
Σχεδόν 20 χρόνια μετά τα πρώτα της χιλιόμετρα, η M3 CSL αποδεικνύεται το ίδιο ζωντανή όσο όταν έβγαινε από το εργοστάσιο. Με το γκάζι ενσωματωμένο στη μοκέτα και άδεια autobahn, η βελόνα του κοντέρ φτάνει μέχρι τα 290 χλμ./ώρα (272 χλμ./ώρα στο GPS) και παραμένει εκεί, δίχως έγνοιες.