Δεν υπάρχει Έλληνας που να μην έχει το G-Wagen στην καρδιά του. Ακόμα και στρατό να μην έχει πάει, σίγουρα θα έχει ακούσει ιστορίες για τα θρυλικά αυτά εκτός δρόμου οχήματα. Μια εκδοχή της πρώτης Mercedes G-Class, η οποία είναι αναντίρρητα ένα από τα πιο διαχρονικά και αναγνωρίσιμα σχήματα στην αυτοκίνηση, αλλά και τις εμπόλεμες ζώνες. Αυτή στην Ουκρανία δεν αποτελεί εξαίρεση, αλλά τα G-Wagen που δραστηριοποιούνται εκεί διαφέρουν αρκετά από τα δικά μας. Κυριότερο σημείο διαφοροποίησης; Το γεγονός ότι έχουν κατασκευαστεί από την Peugeot, αντί της Mercedes!
Όπως γνωρίζουν πολύ καλά οι φαν της G-Class, το W460 υπήρξε (και συνεχίζει ακόμα) αντικείμενο δεκάδων παραλλαγών από διάφορες βιομηχανίες (όπως η ΕΛΒΟ), με σκοπό την προσαρμογή του στις εκάστοτε ανάγκες. Ένας από τους πελάτες της Mercedes, ήταν και η Peugeot. Στα τέλη της δεκαετίας του 60, ο γαλλικός στρατός αποφάσισε πως έπρεπε να αντικαταστήσει τον γερασμένο στόλο των 10.000 Willys Jeep, που είχε από το Β’ Παγκόσμιο, με κάτι πιο σύγχρονο. Οι αυτοκινητοβιομηχανίες της χώρας άρχισαν να καταθέτουν προτάσεις, ωστόσο καμία δεν ικανοποιούσε τους Γάλλους «γαλονάδες». Τη δουλειά τελικά πήρε η Peugeot, με την προοπτική εξέλιξης ενός νέου οχήματος από λευκή κόλλα. Σύντομα, όμως, η φίρμα από το Socheaux βρέθηκε αντιμέτωπη με δεκάδες τεχνικά προβλήματα, που πήγαιναν το project από τη μία καθυστέρηση στην άλλη.
Ο χρόνος περνούσε, το ημερολόγιο έδειχνε μέσα των 70’s, και οι γαλλικές Ένοπλες Δυνάμεις ακόμα δεν είχαν νέο μεταφορικό μέσο. Την ίδια περίοδο, Mercedes και Steyr εξέλισσαν από κοινού ένα νέο ελαφρύ στρατιωτικό όχημα, με ταυτόσημο σκοπό: τη διαδοχή/αντικατάσταση των Jeep. Η γερμανο-αυστριακή συνεργασία ξεκίνησε το 1972, ακριβώς τη χρονική στιγμή που η Peugeot άρχιζε να τα βρίσκει μπαστούνια με το δικό της εγχείρημα. Η διοίκηση της εταιρίας διέκρινε τον κίνδυνο της απώλειας σημαντικών κονδυλίων, χώρια την πιθανότητα ακύρωσης του όλου εγχειρήματος από το Υπουργείο Άμυνας, οπότε αποφάσισε να πάρει μέτρα. Ποια ήτο αυτά; Συζητήσεις με τη Mercedes για την από κοινού κατασκευή μιας γαλλικής παραλλαγής, πάντα υπό την άδεια της Στουτγκάρδης.
Η γαλλο-γερμανική σύμπραξη λοιπόν, τελεσφόρησε το 1978. Τότε εμφανίστηκε το πρώτο πρωτότυπο, ονόματι P4. Ένα αυτοκίνητο κατά 50% Mercedes και κατά 50% Peugeot. Οι Γάλλοι έβαλαν κινητήρα (από το 504), μετάδοση (από το 604), ηλεκτρικά και χρώματα, ενώ οι Γερμανοί τα υπόλοιπα. Το εργοστάσιο στο Socheaux έκανε τη συναρμολόγηση, με τις δοκιμές να περιλαμβάνουν τη συμμετοχή μέχρι σε αγώνα αντοχής στην Αλγερία. Το τελικό αποτέλεσμα άφησε άπαντες ικανοποιημένους, οδηγώντας εν τέλει στην παραγγελία 15.000 μονάδων από τον γαλλικό στρατό. Η ποσότητα μειώθηκε στα 13.500 κομμάτια το 1981, λόγω μείωσης του αριθμού στρατευμένων και αξιωματικών, και το 1985 η συναρμολόγηση μεταφέρθηκε στο εργοστάσιο της Panhard, για τα εναπομείναντα 6.000 P4.
Την κίνηση του «γαλλικού G-Wagen», που ξεχώριζε οπτικά από το αυθεντικό μέσω των διαφορετικών φαναριών και σημάτων, αναλάμβαναν δυο κινητήρες: ένας 2.0λιτρος βενζίνης 79 ίππων και ένας 2.5λτ. ντίζελ (ατμοσφαιρικός εννοείται) 70 ίππων. Ένα σύστημα τετρακίνησης με μπλοκέ διαφορικά και βοηθητικό κιβώτιο φρόντιζε για την παροχή στους τροχούς, ενώ ένα ρεζερβουάρ 75 λίτρων για την εξασφάλιση της δέουσας αυτονομίας. Με αυτό, συν 20 λίτρα στα μπιτόνια, το βενζινοκίνητο P4 έφτανε μέχρι τα 800 χλμ. δίχως ανάγκη για ανεφοδιασμό, ενώ το ντίζελ ξεπερνούσε τα 900 χλμ. Η τελική ταχύτητα κυμαινόταν μεταξύ 108 και 118 χλμ./ώρα για την κανονική έκδοση, ωστόσο κυκλοφόρησαν άπειρες (μεταξύ των οποίων και P4 που έφεραν πυραυλικά συστήματα).
Η καριέρα του P4 διήρκεσε έως το 2016 στα γαλλικά στρατά, έχοντας κάνει θητεία επίσης στις Ε.Δ. του Καμερούν, της Χιλής και της Ουκρανίας. Σε αυτές τις χώρες είναι ακόμα εν ενεργεία, με τους Ουκρανούς να χρησιμοποιούν κανονικά μάχιμα P4 απέναντι στους Ρώσους (αγορασμένα το 2022). Ο Γάλλος «εξάδελφος» G-Wagen βγήκε και σε επιβατικό παραγωγής, αλλά πήγε «άπατος» και δεν μπόρεσε ούτε στο ελάχιστο να μιμηθεί την επιτυχία του Mercedes.