Το καλοκαίρι πολλές φορές πάμε στο αυτοκίνητο και παίρνουμε βαθιά ανάσα πριν μπούμε μέσα, λόγω της λαίλαπας που δεχόμαστε όταν ανοίγουμε την πόρτα. Αν το όχημα έχει μείνει στον ήλιο ή/και κάνει καύσωνα, όπως τώρα; O Θεός μαζί μας. Τα μαύρα πλαστικά και οι παρόμοιες επενδύσεις επιδεινώνουν την κατάσταση, ενώ αν υπάρχει δέρμα σε τιμόνι ή -κυρίως- καθίσματα τότε δεν μπορείς να ακουμπήσεις. Πώς μπορούμε να αντιμετωπίσουμε όλες αυτές τις τσουρουφλιστές καταστάσεις;
Καταρχάς, το αυτονόητο αντίμετρο στις ακτίνες του ήλιου είναι η ηλιοπροστασία. Μια καλής ποιότητας κοστίζει περίπου 15 ευρώ, τοποθετείται εύκολα και πρέπει να καλύπτει ολόκληρο το παρμπρίζ (υπάρχουν διάφορα μεγέθη) Επιλέγουμε πάντα εξωτερική, καθώς η εσωτερική απλά κρατάει μια στοιχειώδη σκιά αντί να κρατάει εκτός την ακτινοβολία. Έστω και η εσωτερική κάνει δουλειά γιατί προστατεύει το ταμπλό και κατά επέκταση το τιμόνι και τα διάφορα επιμέρους τμήματα. Πιο αποτελεσματική είναι σίγουρα μια κουκούλα, όμως δεν είναι ότι πιο εύκολο και πρακτικό, όταν το αυτοκίνητο χρησιμοποιείται συνέχεια. Η τοποθέτηση μιας μεγάλης βαμβακερής πετσέτας πάνω στο κάθισμα, το προστατεύει από το να καεί το ύφασμα ή το δέρμα, κρατώντας παράλληλα τα μαλακά μόρια του οδηγού από το να γίνουν «μπάρμπεκιου».
Άπαξ και ξεκλειδώσουμε το αυτοκίνητο, η πρώτη κίνηση είναι το άνοιγμα όλων των θυρών και παραθύρων, προκειμένου να φύγει η εγκλωβισμένη ζέστη. Ενεργοποιούμε τον κλιματισμό στο φουλ (όχι στην ανακύκλωση) και παραμένουμε έξω από το όχημα για ένα-δυο λεπτά, πάντα με ανοιχτές πόρτες και παράθυρα, προκειμένου να φύγει η πολλή «κάψα». Αφού μπούμε μέσα κλείνουμε τα παράθυρα και ενεργοποιούμε την ανακύκλωση, για να δροσίσει ταχύτερα. Αν τώρα βιαζόμαστε ή δεν υπάρχει σκιά να περιμένουμε εκτός του οχήματος, μπαίνουμε, ανοίγουμε τέρμα τα παράθυρα (όλα ανεξαιρέτως) και τον κλιματισμό, συνεχίζοντας έτσι μέχρι να πέσει η θερμοκρασία. Όταν το θερμόμετρο έρθει σε νορμάλ επίπεδα μειώνουμε την ένταση του ανεμιστήρα. Εάν υπάρχει αυτόματος κλιματισμός, τον ρυθμίζουμε στο Auto γύρω στους 22 με 23 βαθμούς Κελσίου και τον αφήνουμε να κάνει δουλειά.
Σε ακραίες περιπτώσεις, όπου αισθανόμαστε δυσφορία ή αποπνικτική ατμόσφαιρα στην καμπίνα, επιλέγουμε την ασφάλεια και δεν οδηγούμε. Καλύτερα να αργήσουμε ή να μην πάμε κάπου, παρά να κινδυνεύσουμε από θερμοπληξία – ειδικά αν αυτή μας βρει πάνω στο τιμόνι. Επίσης, για ευνόητους και αυτονόητους λόγους, τσεκάρουμε πάντα τα πίσω καθίσματα για να μην ξεχάσουμε παιδί ή κατοικίδιο. Δεν χρειάζεται να αναφέρουμε τι θα γίνει αν μείνει μωρό ή σκυλί σε αυτοκίνητο με κλειστά παράθυρα, ζέστη και το εσωτερικό να ξεπερνάει τους 50 βαθμούς Κελσίου…