Η μόνιμη επωδός των υποστηρικτών της ηλεκτροκίνησης, αφορά στις μηδενικές εκπομπές ρύπων αυτών καθεαυτών των αυτοκινήτων. Ο εδραιωμένος αντίλογος αναφέρει πως το ρεύμα, που χρησιμοποιούν τα αυτοκίνητα μηδενικών ρύπων, από κάπου παράγεται. Και αυτή η παραγωγή, συνιστά βαρύτερο περιβαλλοντικό αποτύπωμα εν συγκρίσει με τους θερμικούς κινητήρες, όταν χρησιμοποιούνται μέθοδοι καθόλου φιλικές προς το περιβάλλον.
Το Auto Motor und Sport Γερμανίας, σε έκθεση που αναδημοσίευσε το Focus, ανέλυσε τα δεδομένα από τους ρύπους που εκπέμπει ένα εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας για μια κιλοβατώρα, και τα προσάρμοσε πάνω στην κατανάλωση ενός ηλεκτρικού αυτοκινήτου. Ως «πειραματόζωο» επιλέχθηκε ένα από τα πιο επιτυχημένα EVs, το VW ID.3. Και τα αποτελέσματα περί καθαρότητας συνάδουν δραματικά με τις προϋποθέσεις για αποτελεσματικότητα στην εφαρμογή της ηλεκτροκίνησης.
Το σκεπτικό των Γερμανών ήταν πολύ απλό και κοινό με αυτό πολλών εξ ημών: ένα ηλεκτρικό είναι πράγματι «καθαρό», όταν εκλύονται αναλογικά ελάχιστοι ρύποι για την παραγωγή της ενέργειάς του. Κάτι τέτοιο, όμως, καθίσταται δυνατό μόνο μέσω εναλλακτικών πηγών. Αιολική, ηλιακή, γεωθερμική, υδροηλεκτρική και ιδανικά, πυρηνική. Πόσες χώρες στον κόσμο, εν προκειμένω στην Ευρώπη, διαθέτουν αυτή την τεχνολογία; Σε πόσες, δηλαδή, ένα ηλεκτρικό είναι πράγματι μηδενικά επιβαρυντικό για το περιβάλλον; Σημαντικότερα: σε όσες δεν είναι, πόσο ρυπογόνο παράγοντα αποτελεί τελικά; Η απάντηση έρχεται μέσω Γαλλίας, Γερμανίας και Πολωνίας.
Στην πρώτη περίπτωση της Γαλλίας, όπου το ρεύμα παράγεται στο μεγαλύτερο βαθμό από πυρηνικά εργοστάσια, η κίνηση του ID.3 «στοιχίζει» στην ατμόσφαιρα μόλις 11,5 γρ.CO2/χλμ., για μια μέση κατανάλωση 25,5 kWh/100 χλμ. Στη Γερμανία τα πράγματα αρχίζουν να αλλάζουν, καθώς οι πυρηνικοί σταθμοί δεν πλησιάζουν σε αριθμό τη Γαλλία, ενώ λόγω κλίματος ηλιακοί και αιολικοί υπάρχουν ελάχιστοι. Μένει η υδροηλεκτρική από ανανεώσιμες πηγές, που επίσης δεν απαντάται ιδιαίτερα. Στην πλειοψηφία τους, ωστόσο, οι Γερμανοί αξιοποιούν πρίζες μέσω φυσικού αερίου. Κάτι που ισοδυναμεί με 91,2 γρ. CO2 για κάθε χιλιόμετρο του ID.3. Πάμε τώρα και στους εξ ανατολών γείτονές τους, Πολωνούς.
Στην 5η πολυπληθέστερη χώρα της Ε.Ε. η παραγωγή ηλεκτρισμού προέρχεται από την παλιά και καθόλου καλή για την οικολογία, λιγνιτική. Η καύση γαιανθράκων για το σχηματισμό και διανομή μεγαβάτ εκτινάσσει τις «εκπομπές» του ηλεκτρικού VW, στο ασύλληπτο νούμερο των 500 γρ.CO2/χλμ.! Περισσότερο από φορτηγό μετακομίσεων ή αστικό λεωφορείο, δηλαδή!
Όσον αφορά την Ελλάδα, η κατάσταση είναι σημαντικά καλύτερη, αφού το ποσοστό της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από λιγνίτη έχει μειωθεί σημαντικά στο 11% (σύμφωνα με το δελτίο ενέργειας του ΑΔΜΗΕ για το 2020). Περισσότερο ρεύμα παράγεται με τη χρήση φυσικού αερίου (36%), το 23% προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, το 5% από υδροηλεκτρικά εργοστάσια και το υπόλοιπο από διάφορα καύσιμα. Οπότε, η χρήση ενός ηλεκτρικού αυτοκινήτου στην Ελλάδα επιβαρύνει λίγο με ρύπους την ατμόσφαιρα, σχετικά με το ρεύμα που χρειάζεται για να κινηθεί.
Βέβαια, υπάρχουν και χώρες όπου η ηλεκτρική ενέργεια είναι «καθαρή» και ουσιαστικά εκεί τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα δεν επιβαρύνουν καθόλου το περιβάλλον. Για παράδειγμα στον «παράδεισο» των ηλεκτρικών αυτοκινήτων, τη Νορβηγία, ο ηλεκτρισμός παράγεται κατά 93,4% από υδροηλεκτρικά εργοστάσια, ενώ το υπόλοιπο ποσοστό προέρχεται από θερμική ενέργεια και αιολική.