Λένε πως η ομορφιά είναι υποκειμενική. Για περιπτώσεις σαν της Aston Martin DB5, η παραπάνω ρήση απλά δεν υφίσταται. Ακόμα και υποκειμενικά ταγμένος απέναντί της να είσαι, δεν μπορείς παρά να αναγνωρίσεις το σχεδιαστικό της μεγαλείο. Ένα γνώρισμα που έπαιξε τον πρώτο ρόλο στην ανάληψη του… ρόλου ως αυτοκινήτου για τον James Bond, περνώντας ταυτόχρονα στο κινηματογραφικό Πάνθεο.
Η DB5 συμπληρώνει φέτος 60 χρόνια από την πρώτη της παρουσία, στο Σαλόνι Αυτοκινήτου της Φρανκφούρτης το 1963. Μια ιστορική έκθεση όπως αποδείχτηκε, καθώς μαζί με την DB5 έκανε πρεμιέρα και το πρωτότυπο της 911, τότε με την ονομασία 901. Άπαντες οι προβολείς και όλα τα βλέμματα ωστόσο, έπεσαν πάνω στη διάδοχο της DB4. Ένα αυτοκίνητο που πέρα από σαγηνευτική εμφάνιση, διέθετε τεχνολογία και επιδόσεις. Οι μηχανικοί από το Gaydon πήραν τον 3.7λτ. εξακύλινδρο εν σειρά της DB4, τον υπερκύβισαν στα 4.0 λίτρα (3.995 κ.εκ. για την ακρίβεια) και κατάφεραν να βγάλουν από αυτόν 286 ίππους και 380 Nm ροπής. Στις αρχές των 60’s, δίχως υπερτροφοδότηση.
Παράλληλα η DB5 είχε μοναδικά για την εποχή εξοπλιστικά στοιχεία, όπως ηλεκτρικά παράθυρα και air condition. Βέβαια, οι επιδόσεις ήταν εκείνες που συμπλήρωναν ιδανικά το παρουσιαστικό. Η DB5 ήθελε λιγότερο από 7,0 δλ. για το 0-100 χλμ./ώρα και άγγιζε τα 241 χλμ./ώρα τελικής, την ώρα που η ανταγωνιστική Ferrari 250 GT/E 2+2 απέδιδε 240 ίππους από τον 3.0 V12, χρειαζόταν κοντά στα 7,5 δλ. για να φτάσει τα 100 χλμ./ώρα από στάση και δεν ξεπερνούσε τα 230 χλμ./ώρα. Καθόλα περήφανα, λοιπόν, οι Βρετανοί δήλωναν πως είχαν στη γκάμα τους το ταχύτερο τετραθέσιο αυτοκίνητο παραγωγής όλων των εποχών.
Η παραγωγή κράτησε μόλις 2 χρόνια, αλλά ήταν υπεραρκετή για να γίνει η DB5 συνώνυμο της αυτοκινητικής κληρονομιάς. Συνολικά 1.022 αντίτυπα κατασκευάστηκαν (887 κουπέ, 123 κάμπριο και 12 Shooting Brake), δίνοντας τη θέση της στην DB6. Από τότε μέχρι και τη σημερινή DB12, που επίσης γιορτάζει τα δεύτερα «-ήντα» της ανυπέρβλητης προγόνου, η «κλίμακα David Brown (o εμβληματικός ιδιοκτήτης της Aston Martin)» έχει διπλασιαστεί, η ισχύς υπερδιπλασιαστεί (680 άλογα και 800 Nm από τον 4.0 V8 twinturbo η DB12) και οι επιδόσεις βρίσκονται πια σε επίπεδα supercar (0-100 σε 3,6 δλ., τελική 325 χλμ./ώρα). Κοινή συνισταμένη; Η συγκλονιστική σχεδίαση, η εμμονή στη λεπτομέρεια και η παρουσία στην κορυφογραμμή των grand tourers.