Η δεύτερη γενιά του Audi Q7 βρίσκεται στην αγορά από το 2015, έχοντας ήδη περάσει από ένα facelift το 2019. Θα περιμέναμε τώρα, κοντά 10 χρόνια μετά το ντεμπούτο του μοντέλου, να έρχεται η τρίτη γενιά. Οι Γερμανοί, ωστόσο, πιστεύουν το προϊόν τους και θεωρούν πως είναι επίκαιρο, φρεσκάροντάς το εκ νέου αισθητικά και τεχνολογικά.
Στο πρώτο κομμάτι ξεχωρίζουν οι νέοι προβολείς εμπρός, που μπορούν να εξοπλιστούν με τεχνολογία LED Laserlight, μαζί με τον ανασχεδιασμένο προφυλακτήρα. Νέα είναι και η μάσκα Singleframe, στη μεγαλύτερη της εκτέλεση μέχρι σήμερα και φέροντας οχτάγωνο μοτίβο στο εσωτερικό της. Οι νέοι προβολείς προσφέρουν αυξημένη ορατότητα και ενεργοποιούν αυτόματα τη μεγάλη σκάλα laser όταν χρειάζεται, σε ταχύτητες άνω των 70 χλμ./ώρα, αξιοποιώντας 24 LED σε κάθε φανάρι. Κάθε ένα από αυτά τα LED τώρα, χρησιμοποιούν από ένα στοιχείο laser. Αναβαθμισμένα είναι τα γραφικά και στα OLED πίσω φωτιστικά σώματα, προσφέροντας αυξημένη ευκρίνεια και καλύτερη ορατότητα για τους πίσω, μαζί με φωτεινή υπογραφή που αλλάζει αναλόγως συνθηκών (φλας, απότομο φρενάρισμα, διέλευση πεζού κλπ).
Στα υπόλοιπα σχεδιαστικά δρώμενα συναντούμε τα κλασικά των facelift: νέα χρώματα στην παλέτα (Ascari Blue, Sakhir Gold και Chili Red) και σχέδια στις ζάντες, που ποικίλουν από τις 19 έως τις 22 ίντσες. Στο εσωτερικό δεν αλλάζει απολύτως τίποτα, καθώς δεν χρειαζόταν κιόλας, πέρα από την προσθήκη έξτρα εφαρμογών (όπως Sportify και Amazon Alexa) στο σύστημα πολυμέσων MMI.
Εξίσου λίγες αλλαγές και κάτω από το φρεσκαρισμένο αμάξωμα. Το σύστημα ενεργών αντιστρεπτικών eAWS, που ελέγχει τις ράβδους μέσω ηλεκτροκινητήρων, και η ηλεκτρονικά ελεγχόμενη αερανάρτηση συνεχίζουν να προσφέρονται στον προαιρετικό εξοπλισμό. Η αερανάρτηση χαμηλώνει αυτόματα την απόσταση από το έδαφος μέχρι 30 χλστ. σε ταχύτητες αυτοκινητοδρόμου, ενώ στις χαμηλές μπορεί να σηκώσει το αμάξωμα μέχρι 60 χλστ. μέσω της λειτουργίας Lift. Παράλληλα υπάρχει και σύστημα τετραδιεύθυνσης, που στρίβει τους πίσω τροχούς σε αντίθετη γωνία 5 μοιρών από τους εμπρός σε ταχύτητες πόλης (όλα στάνταρ στο κορυφαίο SQ7).
Στο μέτωπο των κινητήρων, η γκάμα εξακολουθεί να περιλαμβάνει τους εγνωσμένης αξίας TFSI και TDI. Στη βάση συναντάμε τον 3.0λιτρο V6 ντίζελ 45 TDI, με απόδοση 231 ίππων και 500 Nm. Η επιτάχυνση 0-100 χλμ./ώρα ολοκληρώνεται σε 7,1 δλ. και δεν σταματά πριν τα 226 χλμ./ώρα, με τη μέση κατανάλωση να ορίζεται στα 7,8-8,4 λίτρα/100 χλμ. και τις εκπομπές ρύπων στα 204-220 γρ.CO2/χλμ. Το ίδιο μοτέρ στην έκδοση 50 TDI παράγει 286 ίππους και 600 Nm, κατεβάζοντας το χρόνο του 0-100 χλμ./ώρα στα 6,1 δλ. και αυξάνοντας την τελική στα 241 χλμ./ώρα (ίδια κατανάλωση και CO2 με το 45 TDI). Πρώτος βενζινοκινητήρας είναι ο επίσης 3.0 V6 twinturbo, των 340 ίππων και 500 Nm, επιταχύνοντας το Q7 55 TFSI στα πρώτα 100 χλμ./ώρα εντός 5,6 δλ. και μέχρι τον ηλεκτρονικό περιοριστή των 250 χλμ./ώρα (10,1-11,9 λίτρα/100 χλμ., 229-251 γρ.CO2/χλμ.).
Στην κορυφή τοποθετείται το SQ7, με τον 4.0 V8 twinturbo στα 507 άλογα και τα 770 Nm ροπής. Εδώ το 100άρι είναι ζήτημα μόλις 4,1 δλ., με την τελική επίσης να περιορίζεται στα 250 χλμ./ώρα. Η κατανάλωση τοποθετείται στα 12,0-12,7 λίτρα/100 χλμ. και οι εκπομπές CO2 στα 272-290 γρ./χλμ., ενώ όπως και όλοι οι κινητήρες στη γκάμα του Q7, η κίνηση μεταφέρεται σε όλους τους τροχούς μέσω του συστήματος Quattro και 8τάχυτου αυτόματου κιβωτίου. Επίσης όλα τα μοτέρ τώρα, συνδυάζονται με ήπιο υβριδικό σύστημα 48 Volt, που σβήνει τον κινητήρα σε ταχύτητες 55-160 χλμ./ώρα όταν ο οδηγός αφήνει το γκάζι.
Οι τιμές του νέου Q7 ξεκινούν στη Γερμανία από τις 79.300 ευρώ για το 45 TDI, τις 82.300 ευρώ για το 50 TDI, τις 82.500 ευρώ για το 55 TFSI και τις 112.000 ευρώ για το SQ7.