Το Suzuki Vitara ήταν, είναι και θα είναι διαχρονικό, ενώ αποτελεί ένα μοντέλο ορόσημο για τη μάρκα. Με μεγάλη ιστορία πίσω του, έχει επισφραγίσει τη δική του μοναδική ταυτότητα στην κατηγορία των Β-SUV. Οι Ιάπωνες, κάνοντας πάντα τα πράγματα με το δικό τους τρόπο, έχουν καταφέρει όχι μόνο να μη «ξεθωριάσει» η εικόνα του όλα αυτά τα χρόνια, αλλά να κρατούν ένα σταθερό πιστό κοινό που θέλει ένα αξιόπιστο όχημα για να απολαύσει διαδρομές εντός και εκτός του αστικού ιστού.
Η αισθητική και τεχνολογική αναβάθμιση του ανανεωμένου Vitara έγινε με την ευκαιρία της εφαρμογής της νόρμας GSR2 που αφορά την υποχρεωτική ενσωμάτωση κάποιων απαραίτητων συστημάτων υποβοήθησης σε όλα τα νέα μοντέλα που κυκλοφορούν από εδώ και εμπρός στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Με το ήπιο υβριδικό σύστημα 48V, ο κάτοχος θα εκτιμήσει την χαμηλή κατανάλωση, όπως επίσης και την πολύ καλή ποιότητα κύλισης, την άρτια οδική συμπεριφορά και ειδικά την τιμή που ξεκινάει από τα 20.580 ευρώ για τη 2κίνητη έκδοση 1.4 Βoosterjet -που είχαμε στα χέρια μας- και μάλιστα με πολύ ικανοποιητικό εξοπλισμό άνεσης κι ασφάλειας. Επίσης, είναι διαθέσιμο και σε 4κίνητες εκδόσεις, όπως και με κινητήρα 1.5 λίτρων full hybrid με συνδυαστική απόδοση 116 ίππων και τιμή έναρξης τα 26.380 ευρώ (για την 2WD) αποκλειστικά με αυτόματο κιβώτιο ταχυτήτων.
Πολύ μικρής έκτασης αλλαγές εξωτερικά
Οι αλλαγές από το προηγούμενο μοντέλο εξωτερικά είναι αρκετά περιορισμένες και αφορούν ως επί το πλείστον τη μάσκα, όπου παρατηρούμε λιγότερες χρωμιωμένες επιφάνειες. Στη θέση τους έχει γίνει χρήση μαύρου γυαλιστερού πλαστικού που δείχνει πιο μοδάτο και όμορφο οπτικά. Παράλληλα, ο εμπρός προφυλακτήρας έχει ένα σχέδιο που παραπέμπει σε bull bar. Κατά τα άλλα, η σχεδιαστική φιλοσοφία στο υπόλοιπο αμάξωμα παραμένει αμετάβλητη. Δείχνει ακόμα πιο δυναμικό και σύγχρονο, διατηρώντας στο ακέραιο όμως τις «κλασικές» καταβολές από το γνώριμο σχήμα που γνωρίζουμε τόσα χρόνια. Αέρα ανανέωσης προσδίδουν οι νέας σχεδίασης πολύ όμορφες ζάντες 17 ιντσών καθώς και οι ενδιαφέρουσες καινούργιες χρωματικές επιλογές για το αμάξωμα που συνδυάζονται μάλιστα με 5 επιλογές διχρωμίας για αμάξωμα/οροφή. Οι διαστάσεις του παραμένουν ουσιαστικά ίδιες, αφού τα +10 χλστ. σε μήκος (4.185 χλστ.) οφείλονται στο νέο εμπρός προφυλακτήρα. Συνολικά πρόκειται για ένα ιδανικό όχημα για τα ελληνικά δεδομένα, ειδικά σε στενές ορεινές διαδρομές, νησιωτικό οδικό δίκτυο αλλά και μέσα στα στενά της πόλης.
Τεχνολογική αναβάθμιση στο εσωτερικό
Ανοίγοντας την πόρτα και μπαίνοντας στην καμπίνα, το περιβάλλον είναι απόλυτα οικείο με τον προκάτοχο του. Το μάτι ωστόσο θα «πέσει» στη νέα στάνταρ κεντρική οθόνη των 9 ιντσών που αντικαθιστά την προηγούμενη των 7 ιντσών και είναι πλέον συμβατή με ασύρματη σύνδεση Apple Car Play και Android Auto. Η διαφορά δεν εστιάζεται μόνο στο μεγαλύτερο μέγεθος αλλά κυρίως στο πάνελ υψηλής ανάλυσης και στην πιο εργονομική διάταξη των μενού, ώστε να μην χάνεται ο οδηγός στην αναζήτηση των επιμέρους επιλογών όπως πριν. Σε αυτό συμβάλλουν και οι πολλοί φυσικοί διακόπτες που ευτυχώς η Suzuki επιμένει να διατηρεί. Μπορεί βέβαια η συνολική εικόνα της κονσόλας να φαίνεται κάπως ξεπερασμένη και παλιομοδίτικη, αλλά στην πράξη η επιλογή αυτή είναι άκρως πρακτική και αποτελεσματική στην καθημερινή χρήση. Τη θέση του κεντρικού αναλογικού ρολογιού ανάμεσα στους δύο αεραγωγούς έχει πάρει τώρα ένας αισθητήρας που παρακολουθεί τον οδηγό για σημάδια κόπωσης και τον ειδοποιεί με ηχητικό και οπτικό σήμα. Επιπλέον και ένεκα της GSR2 συμμόρφωσης, ακόμα και η βασική έκδοση GL εφοδιάζεται με τα συστήματα Suzuki Safety Support, το Dual Sensor Brake Support II (DSBS II), το προσαρμοζόμενο Cruise Control (Adaptive Cruise Control – ACC), την υποβοήθηση παραμονής στη λωρίδα, αναγνώριση σημάτων κυκλοφορίας κ.ά.
Ο ευανάγνωστος πίνακας οργάνων είναι και αυτός ανασχεδιασμένος, με μία αρκετά ισορροπημένη μίξη αναλογικών οργάνων και ψηφιακών ενδείξεων στην έγχρωμη οθόνη των 4,2 ιντσών με τα νέα γραφικά. Η σχεδίαση του ταμπλό δεν έχει διαφοροποιηθεί σε σχέση με το απερχόμενο μοντέλο και παραμένει πιστή στο δόγμα της απλότητας και του καλού φινιρίσματος. Τα υλικά που έχουν χρησιμοποιηθεί για την κατασκευή του εσωτερικού είναι σε γενικές γραμμές καλά και ειδικά το μαλακό μέρος στο πάνω μέρος του ταμπλό. Τα υπόλοιπα είναι σκληρά και δείχνουν ανθεκτικά, αλλά θα θέλαμε πιο ποιοτικά αυτά στις πόρτες. Η θέση οδήγησης και χάρη στο εύρος των ρυθμίσεων είναι πολύ καλή με τα καθίσματα να παρέχουν ικανοποιητική πλευρική στήριξη. Με μήκος 4.185 χλστ., πλάτος 1.775 χλστ., ύψος 1.600 χλστ. και μεταξόνιο 2.500 χλστ., τέσσερα άτομα θα φιλοξενηθούν χωρίς εκπτώσεις στην άνεση τους. Ο χώρος αποσκευών των 362 λίτρων με το μεγάλο άνοιγμα της πόρτας και το πλήρως εκμεταλλεύσιμο σχήμα, μεγιστοποιούν ακόμα περισσότερο την αξιοποίηση της χωρητικότητας.
Άκρως οικονομικός και αποδοτικός κινητήρας
Στο μηχανοστάσιο συναντάμε τον επίσης γνώριμο, εύρωστο και ελαστικό turbo κινητήρα Boosterjet Hybrid 48V, με συνολική χωρητικότητα 1.373 κ.εκ., απόδοσης 129 ίππων στις 5.500 σ.α.λ. και 235 Nm από τις 2.000 σ.α.λ. Το 0-100 χλμ./ώρα έρχεται σε 9,5 δλ. και η τελική ταχύτητα αγγίζει τα 195 χλμ./ώρα. Πρακτικά, πέρα από νούμερα, ο τρόπος λειτουργίας του είναι ραφιναρισμένος σε όλο το φάσμα στροφών, με το τράβηγμα να είναι καλό από χαμηλά, κάτι για το οποίο έχει μερίδιο «ευθύνης» και η κλιμάκωση του πολύ καλού σε αίσθηση μηχανικού κιβωτίου 6 σχέσεων, που συμβάλλει στο να κρατιέται σε πολύ λογικά επίπεδα την κατανάλωση καυσίμου. Αρωγός σε αυτό είναι και το ήπιο υβριδικό σύστημα 48V που λειτουργεί επικουρικά στον κινητήρα εσωτερικής καύσης. Η υψηλής απόδοσης μπαταρία ιόντων λιθίου αποθηκεύει την ηλεκτρική ενέργεια που ανακτάται από την επιβράδυνση ή το άφημα του γκαζιού, ενώ προσθέτει επιπλέον 15 PS και 55 Nm στον κινητήρα όταν ο οδηγός το ζητήσει. Να υπενθυμίσουμε ότι το mild hybrid σύστημα δεν προσφέρει αμιγώς ηλεκτρική κίνηση, χαρακτηριστικό που έχουν μόνο τα full hybrid με τη μεγαλύτερη μπαταρία και τον ηλεκτροκινητήρα (1.5 λτ. Strong Hybrid 6AGS). Μιλώντας για κατανάλωση, καταφέραμε στη διάρκεια της δοκιμής μας να δούμε περί τα 6 λτ./100 χλμ. στην εθνική οδό και 7 λτ./100 χλμ. με μεικτή χρήση, σε πόλη/επαρχιακό δρόμο. Τέλος, λόγω των 120 γρ./χλμ. εκπομπών CO2 που εκπέμπονται, τα τέλη κυκλοφορίας είναι μηδενικά, κάτι που προστίθεται στα ήδη αρκετά θετικά στοιχεία του νέου Vitara.
Ξεκούραστο στο ταξίδι, απολαυστικό και άνετο σε κάθε διαδρομή
Είτε πρόκειται για ταξίδι σε ανοιχτό δρόμο, είτε για διαδρομές με στροφές ή εκτός δρόμου, είτε για καθημερινή χρήση στην πόλη, το Suzuki Vitara είναι ικανότατος και ιδανικός σύμμαχος. Η ρύθμιση της ανάρτησης είναι πολύ καλή, συνδυάζοντας άνεση (σε έντονες εγκάρσιες και συνεχόμενες ανωμαλίες θα ενοχλήσει ελαφρώς) και λογικές κλίσεις στις στροφές, προσφέροντας αρκετή πρόσφυση. Στην άσφαλτο η ποιότητα κύλισης είναι υψηλού επιπέδου, με την ηχομόνωση να είναι πολύ ικανοποιητική και να κρατά εκτός καμπίνας εξωγενείς ενοχλητικούς θορύβους. Στις στροφές και σε ενδεχόμενη πίεση, η υποστροφή του ιαπωνικού SUV έρχεται πρώτη αλλά η διαχείριση της είναι απόλυτα ελεγχόμενη είτε με ένα μικρό «άσε» στο πεντάλ του γκαζιού, είτε με λίγο παραπάνω κόψιμο του τιμονιού. Μπορεί το σύστημα διεύθυνσης να μην είναι «ξυράφι», όμως μεταφέρει καλή πληροφόρηση στον οδηγό, απόλυτα αναμενόμενο από ένα αυτοκίνητο αυτής της κατηγορίας. Στην κίνηση μέσα στην πόλη εντυπωσιάζει με την ευελιξία του (κύκλος στροφής μόλις 10,4 μέτρα), παρέχοντας τη δυνατότητα να κινείσαι σβέλτα εκμεταλλευόμενος τις compact διαστάσεις και την καλή ορατότητα. Τα φρένα, με δίσκους παντού, ικανοποιούν τόσο σε αίσθηση, όσο και σε απόδοση, με την τελευταία να διατηρείται σε καλό επίπεδο, ακόμα και μετά από παρατεταμένη χρήση.
Λόγω «χαρακτήρα» και των 175 χλστ. απόστασης από το έδαφος, δεν θα διστάσει να «ζητήσει» από τον οδηγό του να κινηθεί σε εκτός δρόμου τερέν αν και προσθιοκίνητο. Οι πατημένοι χωματόδρομοι και οι μέτρια κακοτράχαλοι δρόμοι δεν θα εμποδίσουν τις ορέξεις του και σαφώς θα φτάσεις πολύ μακρύτερα από τα κλασικά χάτσμπακ. Για τα περαιτέρω δύσκολα σενάρια, αναλαμβάνει δράση το σύστημα 4κίνησης AllGrip των υπόλοιπων διαθέσιμων εκδόσεων με αυξημένες, εκτός δρόμου ικανότητες.