H DS βάζει σταθερά τις γαλλικές πινελιές της στα premium μικρά Crossover/SUV, σταθερά από το 2018. Τότε που παρουσιάστηκε το DS 3 Crossback και άρχισε να παίρνει μερίδιο αγοράς από τα Audi Q2 και MINI Countryman. Προς τα τέλη του προηγούμενου έτους ανανεώθηκε, άφησε το «Crossback», αλλά διατήρησε ακέραιη την ιδιαίτερη ταυτότητα που το κάνει να ξεχωρίζει.
Ως premium που είναι το ανανεωμένο DS 3, περιμένεις «αλμυρές» τιμές. Η γκάμα ανοίγει μια ανάσα από τις 30.000 ευρώ (29.990), με το 1.2 PureTech 100 Bastille, την ώρα που για το ισχυρότερο των 130 ίππων χρειάζονται τουλάχιστον 35.000 ευρώ. Το ντίζελ αναμενόμενα εκκινεί ακόμα ψηλότερα, από τις 38.500 ευρώ (πάντα για την έκδοση Bastille), ενώ το ηλεκτρικό E-Tense βρίσκεται στις 47.800 ευρώ και φτάνει μέχρι τις 53.900 ευρώ.
Φινετσάτο και δυναμικό
Το σχεδιαστικό τμήμα της DS Automobiles φρόντισε να μην αλλοιώσει τις γραμμές που καθιστούν ξεχωριστό το «3άρι» τους, ούτε και να πειραματιστεί με αυτές. Στο εμπρός τμήμα του κυριαρχούν η ανασχεδιασμένη εξάγωνη μάσκα, με μεγαλύτερο πλάτος και περισσότερα «διαμάντια», και τα φώτα LED DS Wings, όπως είδαμε αρχικά στο DS 4 και κατόπιν στο ανανεωμένο DS 7. Διαφοροποιημένα με τη σειρά τους είναι τα φωτιστικά σώματα και πίσω, μαζί με τον προφυλακτήρα, ενώ δεν θα μπορούσαν να απουσιάζουν τα νέα σχέδια για τις ζάντες αλουμινίου (17 και 18 ιντσών, το πρώτο εδώ). Πρεμιέρα, δε, κάνει στην οροφή η κεραία «φτερό καρχαρία». Συνολικά, ιδίως από μπροστά, το DS 3 αποπνέει περισσότερο δυναμισμό και επιβλητικότητα, διαφυλάσσοντας τη φινετσάτη του προσέγγιση. Εξυπακούεται πως το βασικό του σχεδιαστικό ιδίωμα, αλλά και κύριο γνώρισμά του συνολικά, είναι εδώ. Μιλάμε, φυσικά, για τις αναδυόμενες χειρολαβές, που δεν συναντάς αλλού όχι μόνο στη συγκεκριμένη κατηγορία, αλλά ακόμα και σε πολύ πιο upper class προτάσεις.
Αισθητή αναβάθμιση στο εσωτερικό
Το ίδιο ισχύει για την καμπίνα, η οποία ανεβαίνει σκαλοπάτι σε σχέση με το ήδη πολύ καλό επίπεδο που βρισκόταν. Ακόμα πιο μαλακά και ποιοτικά πλαστικά, πάντα με τη διαμόρφωση – σήμα κατατεθέν του ταμπλό, όπως εκφράζεται από την κυψελοειδή μορφή και το μοτίβο ρόμβων από διακόπτες-αεραγωγούς, που γεμίζουν το ταμπλό -όπως τη μάσκα και τα πίσω φανάρια- «διαμάντια». Θέση οδήγησης βρίσκεις κατευθείαν, έχοντας μπροστά σου τον ευκρινή και ξεκούραστο στο μάτι ψηφιακό πίνακα οργάνων των 7 ιντσών, με την οθόνη αφής των 10,3 ιντσών να «ξαπλώνει» στην κορυφή του ταμπλό. Η κεντρική κονσόλα επίσης είναι πολύ ευχάριστη στο οπτικό νεύρο, με τους διακόπτες να μιμούνται και αυτή με τη σειρά τους επιτυχημένα το σχήμα των πολύτιμων λίθων. Μοναδική ένσταση ότι σε αυτούς περιλαμβάνεται η λειτουργία των ηλεκτρικών παραθύρων, κάνοντάς σε να ψάχνεσαι την πρώτη φορά που θα θελήσεις να κατεβάσεις το παράθυρο.
Από πλευράς χώρων δεν έχει αλλάξει κάτι. Τέσσερις ενήλικες θα βολευτούν με σχετική άνεση, έχοντας οι πίσω καλό χώρο για τα πόδια και ικανοποιητικό για το κεφάλι, συνοδεία 350 λίτρων στο πορτμπαγκάζ. Για αυτοκίνητο 4.1 μέτρων (4.118 χλστ.), μια χαρά χωρητικότητα είναι. Οι πιο απαιτητικοί μπορούν με μια κίνηση να ρίξουν τα πίσω καθίσματα και να δώσουν στα μπαγκάζια τους «άπλα» 1.050 λίτρων. Παράπονο θα ακούσεις μόνο λόγω πίσω παραθύρων, το σχήμα των οποίων φτιάχνει το προφίλ εξωτερικά, αλλά δημιουργεί ένα κάπως κλειστοφοβικό κλίμα.
Εξαιρετική ηχομόνωση και ποιότητα κύλισης
Οι Γάλλοι έχουν καταφέρει να προσδώσουν ένα απίστευτο επίπεδο ηχομόνωσης, που κάνει το DS 3 να μοιάζει τουλάχιστον μια κατηγορία πάνω από τα στάνταρ των B-SUVs. Για να είμαστε ειλικρινείς, ούτε σε πολλά από τα C-SUVs δεν συναντάς τέτοιο φιλτράρισμα εξωτερικών θορύβων. Αν βάλεις κάποιον στο DS 3 με κλειστά μάτια και τον πας βόλτα, δεν αποκλείεται να σου πει πως βρίσκεται σε λιμουζίνα! Διότι πέραν της καταπληκτικής μόνωσης, τα εύσημα στην απορρόφηση κραδασμών θα πρέπει να αποδοθούν στην ανάρτηση.
Παρότι πίσω δεν υπάρχουν πολλαπλοί σύνδεσμοι, ούτε γενικότερα κάποιο σοφιστικέ πρόγραμμα ηλεκτρονικά ελεγχόμενων αμορτισέρ, το DS 3 είναι «αφρός» στο δρόμο. Είτε σε ταξίδι, είτε στους ταλαίπωρους δρόμους της πόλης (βλέπε φρεάτια, λακκούβες και τα συναφή), το αποτέλεσμα είναι το ίδιο: ελάχιστες οχλήσεις και συντονισμοί, οι οποίοι προκύπτουν μόνο όταν συναντήσεις κάτι τόσο έντονο, ώστε να φοβηθείς για την ακεραιότητα του αυτοκινήτου από κάτω. Πολλή δουλειά κάνουν και τα λάστιχα, που είναι ακριβώς ό,τι χρειάζεται ένα μοντέλο στα «κυβικά» του DS 3: όσο πλατιά πρέπει (215) και με γεμάτο προφίλ (60), πλαισιώνοντας μια λογικότατη διάσταση ζάντας (17) και συνδυάζοντας εμφάνιση με λειτουργικότητα.
Το DS 3 μπορεί να προσανατολίζεται στην άνεση, αλλά αυτό δεν το κάνει να απαρνείται τις στροφές. Τουναντίον, τιμά στο έπακρο τη γαλλική του καταγωγή. Αξιοσημείωτη ακρίβεια από το τιμόνι, λίγες κλίσεις, σταθερότατη ουρά, πολύ καλά φρένα. Αυτό είναι το τετράπτυχο του μικρού Γάλλου υπό πίεση, που τον καθιστά μια καθόλα ευχάριστη παρέα σε τέτοιες καταστάσεις. Περισσότερη στήριξη από το κάθισμα και έξτρα βάρος στο σύστημα διεύθυνσης θα ήταν καλοδεχούμενα, αλλά δεν σου χαλάνε την εμπειρία.
Ιδανικός ο 1.5 BlueHDi
Ούτε η αυτανάφλεξη στους θαλάμους του BlueHDi δεν ενοχλεί. Από τη στιγμή που η μόνωση αφήνει εκτός το «χρα-χρα» του ντίζελ με κλειστά παράθυρα, δεν έχεις κάτι να «πιαστείς» αρνητικά. Το τράβηγμα εμφανίζεται γενναιόδωρο από τις 1.500 σ.α.λ., προσφέροντας όλη τη ροπή των 300 Nm από τις 1.750 σ.α.λ. Το 8άρι αυτόματο έχει σωστή κλιμάκωση και συμπεριφορά στις αλλαγές, αφήνοντάς σε να ζητάς μόνο λίγο ταχύτερο kickdown στο πρόγραμμα Eco. Η ταχύτητα σε αυτές (τις αλλαγές) είναι βασική αιτία που το DS 3 1.5 BlueHDi θέλει κάτω από 10 δλ. για το 0-100 χλμ./ώρα (9,9), αξιοποιώντας στο έπακρο τους 130 ίππους του 1.500άρη ντίζελ. Ως πολύ καλός πετρελαιοκινητήρας που είναι, δεν γινόταν να μη διαπρέπει στον τομέα της κατανάλωσης. Σε συνθήκες όπως οι παραπάνω, όπου το δεξί πεντάλ ενσωματώνεται στο ταπέτο, βλέπεις το πολύ 7,5-7,7 λίτρα/100 χλμ. Υπό νορμάλ συνθήκες πέφτεις γύρω στα 5,5-5,6 λίτρα/100 χλμ., ενώ εμείς πήραμε ένα «στρογγυλό» 6,0 λίτρα/100 χλμ. κατά τη διάρκεια της δοκιμής.
(+) Σχεδίαση, εσωτερικό, ποιότητα κατασκευής, οδική συμπεριφορά, άνεση, ποιότητα κύλισης, ηχομόνωση, κατανάλωση
(-) Τιμή, χώρος για το κεφάλι και ελαφρώς κλειστοφοβική αίσθηση (λόγω παραθύρων) πίσω