Το δεύτερης γενιάς Duster κατάφερε να ανεβάσει και άλλο τις πωλήσεις και την αποδοχή του κοινού προς τη μάρκα, γιατί έγινε ακόμα πιο αρεστό και σύγχρονο. Παράλληλα διατήρησε ένα πολύ σημαντικό του αβαντάζ, το άριστο value for money. Μετά την πρόσφατη ανανέωση που δέχτηκε τέσσερα χρόνια μετά το λανσάρισμά του (το 2017), βελτιώθηκε σε διάφορους τομείς, όπως σε σχεδιασμό, εξοπλισμό και τεχνολογία.
Ψηλά από πλευράς αγοραστικού ενδιαφέροντος -και όχι άδικα- βρίσκεται η έκδοση με τον κινητήρα διπλού καυσίμου (βενζίνη/υγραέριο) 1.0 TCe 100 LPG. Οι τιμές του ξεκινούν από τις 16.640 ευρώ, ενώ το εργοστασιακό σύστημα LPG δεν χρεώνεται επιπλέον, αυξάνοντας έτσι το όφελος για τον καταναλωτή. Η πρώτη έκδοση Ambiance περιλαμβάνει τα απολύτως απαραίτητα, όπως είναι 6 αερόσακους, Hill Assist, air condition, ηλεκτρικά παράθυρα εμπρός, ραδιόφωνο με χειριστήρια στο τιμόνι και αισθητήρες φωτός. Η δεύτερη Sportive στις 17.830 παραμένει προσιτή και συμφέρει περισσότερο, αφού επιπλέον διαθέτει νέα οθόνη 8 ιντσών, αισθητήρες παρκαρίσματος πίσω, ηλεκτρικά παράθυρα πίσω, ηλεκτρικά ρυθμιζόμενους και θερμαινόμενους καθρέπτες, δερμάτινο τιμόνι και λεβιέ ταχυτήτων, cruise control, ρυθμιζόμενο σε ύψος κάθισμα οδηγού, προβολείς ομίχλης και ζάντες αλουμινίου 16 ιντσών.
Ακόμα πιο δυναμικό «πρόσωπο»
Το πρώτο στοιχείο που ανέκαθεν τραβούσε το ενδιαφέρον στο Duster, είναι ο ελκυστικός και μυώδης εξωτερικός του σχεδιασμός. Με το facelift απέκτησε ακόμα πιο εμφαντικό εμπρός άκρο, μέσω των φωτιστικών σωμάτων με τα LED ημέρας σε σχήμα «Y» και της τρισδιάστατης μάσκας. Πίσω συναντάμε τα ανασχεδιασμένα φανάρια και το αλλαγμένο σπόιλερ, ενώ την οπτική αναβάθμιση συμπληρώνουν τα νέα σχέδια ζαντών αλουμινίου των 16 και 17 ιντσών. Κάτι που δεν φαίνεται είναι ο βελτιωμένος αεροδυναμικός συντελεστής και τα ελαστικά χαμηλής αντίστασης κύλισης, προκειμένου να μειωθούν οι εκπομπές CO2.
Ευρύχωρο και εκσυγχρονισμένο εσωτερικό
Το πρώτο στοιχείο που κάνει αμέσως τη διαφορά στην καμπίνα του ανανεωμένου Duster, είναι η νέα οθόνη αφής των 8 ιντσών στο κέντρο του ταμπλό. Η λειτουργία της είναι απλή, εύχρηστη, με καλύτερα γραφικά από πριν και δίχως πολλά υπομενού για να χάνεσαι. Ο σχεδιασμός του ταμπλό και των υπολοίπων επιφανειών παρέμεινε απαράλλακτος και ευχάριστος. Το ίδιο ισχύει και για την ποιότητα υλικών και συναρμογής, που συμβαδίζουν με τον οικονομικό χαρακτήρα του αυτοκινήτου.
Στα θετικά στοιχεία του εσωτερικού ανήκει η απρόσκοπτη περιμετρική ορατότητα, ενισχυόμενη από τις πολλές γυάλινες επιφάνειες και τα ψηλά τοποθετημένα καθίσματα. Ο οδηγός βρίσκει την κατάλληλη θέση χωρίς δυσκολίες, ωστόσο η στήριξη από το κάθισμα θα μπορούσε να ήταν καλύτερη. Από πλευράς εργονομίας δεν εντοπίζεται κάτι μεμπτό, αφού όλα είναι τοποθετημένα σε ορατές και εύκολα προσβάσιμες θέσεις. Γεγονός που αφορά και τον εύχρηστο διακόπτη του LPG, αριστερά από το τιμόνι. Όλες οι πληροφορίες σχετικά με την κατανάλωση, την αυτονομία, τη διανυθείσα απόσταση με το υγραέριο και το καύσιμο στο ρεζερβουάρ, αναγράφονται στον πίνακα οργάνων, όπως ακριβώς και για τη βενζίνη.
Μεγάλο πλεονέκτημα αποτελούν οι χώροι για τους επιβάτες και τις αποσκευές. Στο ευρύχωρο «σαλόνι» του Duster θα φιλοξενηθούν πολύ άνετα 4 ενήλικα άτομα και ένας ακόμα χωρίς πολύ στρίμωγμα. Το πορτ μπαγκάζ των 478 λίτρων είναι μεγάλο, τετραγωνισμένο και πλήρως εκμεταλλεύσιμο για να χωρέσει όλες τις βαλίτσες μιας οικογένειας. Κάτω από το δάπεδο φιλοξενείται ωραία τακτοποιημένο το ρεζερβουάρ των 49 λίτρων του LPG, δίχως να ενοχλεί κάπου.
Αρκετά καλός ο 1.000άρης turbo διπλού καυσίμου
Από τα πιο ενδιαφέροντα σημεία του Duster είναι ο 1.0 TCe LPG κινητήρας. Πρόκειται για το γνωστό 3κύλινδρο turbo μηχανικό σύνολο, με την ισχύ των 100 ίππων και 170 Nm ροπής με LPG, ή 91 ίππων και 160 Nm με βενζίνη. Η Dacia ανακοινώνει 0-100 χλμ./ώρα σε 13,8 δλ. με LPG και 15,1 δλ. με βενζίνη, νούμερα που σίγουρα δεν ενθουσιάζουν στο άκουσμά τους. Στην πράξη όμως ο οδηγός, δεν θα νιώσει ότι έχει νωχελικό αυτοκίνητο, αλλά ένα με μπρίο.
Το θετικό τράβηγμα από τις χαμηλές στροφές και το ιδανικά κλιμακωμένο 6άρι χειροκίνητο κιβώτιο, δεν θα αφήσουν το μοτέρ να κρεμάσει, ανεξαρτήτως συνθηκών. Εντύπωση κάνει το γεγονός ότι με 3η ταχύτητα ανεβαίνει εύκολα ανηφόρες, όταν άλλα αυτοκίνητα θέλουν κατέβασμα σε 2η. Στην πόλη κινείται με μια ταχύτητα παραπάνω, ενώ στον αυτοκινητόδρομο με 130 χλμ./ώρα και 3.000 σ.α.λ. (με 6η), βρίσκεται μέσα στη ροπή του. Ελαφρώς περισσότερη σπιρτάδα έχει με τη χρήση του LPG, ωστόσο η διαφορά στο τράβηγμα και στα χαρακτηριστικά λειτουργίας με τη βενζίνη είναι ανεπαίσθητα και μόνο ένας «εκπαιδευμένος» οδηγός θα τα αντιληφθεί. Μαζί με αυτά προσθέστε την απουσία ενοχλητικών κραδασμών, δονήσεων και θορύβων στο εσωτερικό, παρά μόνο ένα πολύ ελαφρό τρέμουλο στο ρελαντί.
Όσον αφορά τη μεικτή κατανάλωση, η Dacia ανακοινώνει 6,3-6,5 λτ./100 χλμ. για βενζίνη και 8,1-8,5 λτ./100 χλμ. για LPG. Σε πραγματικές συνθήκες υπολογίστε 7,8 λτ./100 χλμ. και 9,6 λτ./100 χλμ. αντίστοιχα. Βέβαια, λόγω της χαμηλότερης τιμής του υγραερίου (μέση πανελλαδική 0,998 ευρώ/λτ. έναντι 1,737 ευρώ/λτ.), το κέρδος για κάθε 100 χλμ. υπέρ του LPG είναι κοντά στα 4 ευρώ. Επίσης, λόγω εργοστασιακού LPG κυκλοφορεί ελεύθερα στο δακτύλιο. Συν του ότι τα δύο ρεζερβουάρ καυσίμου των 50 λτ. της βενζίνης και των 49 λτ. του LPG, αυξάνουν σημαντικά τη συνολική αυτονομία.
Σταθερό και πολύ άνετο στο δρόμο
Η πολύ καλή -για το χαρακτήρα του αυτοκινήτου- ρύθμιση των αναρτήσεων, αποτελεί μία ακόμα ευχάριστη έκπληξη. Κανείς θα περίμενε το Duster να είναι σχετικά «χαλαρό» λόγω του προσανατολισμού του στην άνεση, αν και τα πράγματα δεν είναι καθόλου έτσι. Το μικρομεσαίο SUV έχει «γαλλικό» σετάρισμα, που σημαίνει ότι φιλτράρει με επιτυχία τις μύριες ανωμαλίες των δρόμων, χωρίς να ενοχλούνται οι επιβάτες, ενώ το ψηλό του αμάξωμα παραμένει σταθερό σε πιο σβέλτες ταχύτητες. Μόνο ο ημιάκαμπτος πίσω άξονας θα δηλώσει την παρουσία του σε βαθιές λακκούβες και εγκάρσιες τομές – μπαλώματα.
Στις ευθείες των εθνικών οδών ταξιδεύει ξεκούραστα και πατάει με σιγουριά, όπως επίσης σε καμπές και σε πιο σφιχτές ορεινές διαδρομές. Εκεί οι κλίσεις που εμφανίζει το Duster είναι πολύ λογικές και η πρόσφυση μπόλικη. Αν ο οδηγός πιέσει περισσότερο, τότε το SUV της Dacia θα ανοίξει ελαφρώς την τροχιά του και θα «μαζευτεί» από το ESP. Σίγουρα δεν είναι φτιαγμένο για να παρέχει έντονες οδηγικές συγκινήσεις μέσω και του πολύ ελαφριού του τιμονιού (3,08 στροφές από άκρη σε άκρη), εντούτοις είναι ένα αυτοκίνητο που θα κινηθεί παντού με ασφάλεια. Τα φρένα από την πλευρά τους με τα ταμπούρα πίσω ικανοποιούν με την απόδοσή τους, αν και έχουν λίγο παραπάνω νεκρή διαδρομή μέχρι να πιάσουν. Τέλος, η αυξημένη απόσταση από το έδαφος των 217 χλστ. βοηθά στο να κινηθεί άνετα σε κακοτράχαλο χωματόδρομο, μέχρι εκεί που θέτει τα όρια η έλλειψη τετρακίνησης.
+ Τιμή, εξωτερικός σχεδιασμός, τράβηγμα κινητήρα, αυτονομία, οικονομία με LPG, άνεση ανάρτησης, χώροι για επιβάτες και αποσκευές, ελεύθερη είσοδος στο δακτύλιο
– Ελαφρύ τιμόνι, αίσθηση πεντάλ φρένων, επιδόσεις με βενζίνη