H Mercedes άργησε λίγο να μπει στο χορό των κουπέ SUVs το 2015, δεδομένου ότι η BMW X6 λανσαρίστηκε το 2008, όμως το έκανε με διπλό «χτύπημα». Οι GLC και GLE Coupé έκαναν σχεδόν ταυτόχρονα την εμφάνισή τους, βάζοντας απευθείας τη φίρμα από τη Στουτγκάρδη στις πρώτες επιλογές των αγοραστών, που ήθελαν/θέλουν ένα premium SUV με σχεδιαστικές παραπομπές σε δίθυρα αμαξώματα.
H GLE Coupe μάλιστα δεσπόζει όχι μόνο από πλευράς σχεδίασης, αλλά και κινητικότητας στο μηχανοστάσιο. Κόντρα στις ηλεκτρικές ιαχές της εποχής, η Mercedes τοποθέτησε τον υπερσύγχρονο και ήπια υβριδικό ντίζελ OM 254 κάτω από το καπό, δημιουργώντας ένα από τα πιο ενδιαφέροντα αυτοκίνητα που συναντά κανείς σήμερα (και αγορά). Η τιμή πάντως δεν θα μπορούσε παρά να είναι η ανάλογη, καθώς η 300 d 4Matic (που τοποθετείται στη βάση της GLE Coupe) ξεκινά από τις 102.800 ευρώ. Δεδομένου ότι η κορυφαία AMG GLE 63 S 4Matic+ Coupe εκκινεί από τις 234.730 ευρώ, αντιλαμβανόμαστε την κλίμακα τιμολόγησης του μοντέλου και το πώς η -θέσει και ουχί φύσει- βασική έκδοση τιμάται στις σχεδόν 103.000 ευρώ.
Καθηλωτικά επιβλητική εμφάνιση
Δεν χρειάζεται να απευθυνθείς στην 63άρα GLE Coupe για να γευτείς το ασύγκριτο κύρος που μπορεί να προσφέρει, ένα αυτοκίνητο σαν τη GLE Coupe. Με πλάτος που ξεπερνά τα 2 μέτρα (2.010 χλστ.), ύψος που αγγίζει το 1,73 μ. και μήκος που ακουμπά τα 4.939 χλστ., το γερμανικό SUV επιβάλλει παραχώρηση προτεραιότητας ακόμα κι όταν είναι ακίνητο. Ο ογκώδης προφυλακτήρας με τις μεγάλες εισαγωγές και η μάσκα με το χορταστικό αστέρι στο κέντρο της, «γεμίζουν» το εμπρός μέρος και δημιουργούν μια κυριαρχική εικόνα στους καθρέπτες ή τα μάτια των υπολοίπων χρηστών του δρόμου.
Η καμπύλη γραμμή της οροφής οδηγεί σε ένα μικρό spoiler στην πόρτα του πορτμπαγκάζ, η οποία χαρακτηρίζει τα γυμνασμένα μετόπισθεν της Γερμανίδας και οδηγεί το βλέμμα στις τραπεζοειδείς απολήξεις της εξάτμισης, αλλά και το διαχύτη, του προφυλακτήρα. Το παράστημα και ο όγκος της GLE Coupe είναι, δε, τέτοιος που κάνει ακόμα και τις -αεροδυναμικά σχεδιασμένες- 20άρες ζάντες να δείχνουν σχετικά μικρές, αν και εδώ παίζει επίσης ρόλο το μπόλικο 50άρι προφίλ των ελαστικών (275/50).
Χώροι, πολυτέλεια, τεχνολογία, απόλαυση
Ανοίγοντας τις πόρτες και πριν καν περάσεις στην καμπίνα, το πρώτο πράγμα που σου κάνει εντύπωση δεν είναι ούτε η ενιαία οθόνη, ούτε τα υλικά, ούτε τα δερμάτινα καθίσματα. Το κενό μεταξύ εμπρός και πίσω καθισμάτων κεντρίζει μεμιάς τις εντυπώσεις, δείχνοντας μια ευρυχωρία που συναντάς σε λιμουζίνες αντί για κουπέ-SUV. Το μεταξόνιο των 2.935 χλστ. παίρνει τα εύσημα, χαρίζοντας τέτοιο αέρα ώστε αναλόγως ύψους μπορείς να κάτσεις μέχρι σταυροπόδι. Η κλίση της οροφής βάζει κάποια όρια στον αέρα για το κεφάλι, αλλά θα πρέπει να είσαι πάνω από 1,85 μ. για τα αισθανθείς.
Γενικότερα, 5 επιβάτες και οι αποσκευές τους θα βολευτούν αριστοκρατικά, ακόμα κι αν υπάρχει η προαιρετική ηλιοροφή του αυτοκινήτου της δοκιμής. Τα 655 λίτρα του πορτμπαγκάζ κάνουν και για μετακόμιση, ενώ εξαιρετικά χρήσιμη είναι η λειτουργία της αερανάρτησης που χαμηλώνει κατ’ επιλογή το πίσω μέρος, διευκολύνοντας τη φορτοεκφόρτωση βαριών ή ογκοδών αντικειμένων.
Σε άλλα νέα, το δέρμα και τα πολύ καλά υλικά καλύπτουν τα πάντα, έχοντας τις δυο οθόνες των 12,3 ιντσών (μια για τον πίνακα οργάνων, μια για το σύστημα πολυμέσων MBUX) να δίνουν τον ψηφιακό τόνο, με την απομίμηση αλουμινίου στους αεραγωγούς από κάτω να κάνουν το ίδιο για τις σπορ εκφάνσεις. Η εργονομία έχει κάποια θεματάκια, τόσο ως προς την πολυπλοκότητα του infotainment όσο και τη λειτουργία/τοποθέτηση κάποιων διακοπτών (πλήκτρα αφής στο τιμόνι και κλείδωμα/ξεκλείδωμα θυρών στο εσωτερικό της χειρολαβής αντίστοιχα), ενώ περιορισμένη είναι η ορατότητα προς τα πίσω. Στο παρκάρισμα δεν υπάρχει πρόβλημα, καθώς υπάρχουν κάμερες στις 360 μοίρες του αμαξώματος, όμως εν κινήσει αρκετές φορές βλέπεις πολύ λίγο το πίσω όχημα – ειδικά αν είναι κοντά και χαμηλό.
Mild hybrid ντίζελ διαμάντι κόντρα στο ρεύμα
Σε μια εποχή που τα ηλεκτρικά προμοτάρονται ως σωτήρας του πλανήτη και προορίζονται για ολοκληρωτική κυριαρχία στην αγορά, κάθε ντίζελ εξαίρεση ευφραίνει καρδία. Το τετρακύλινδρο σύνολο των 1.992 κ.εκ. χρησιμοποιεί «τόσο όσο» τον εξηλεκτρισμό, υπό τη μορφή συστήματος 48 Volt γεννήτριας-εναλλάκτη (Integrated Start Generator – ISG), που συνδράμει 20 ίππους και 200 Nm στις χαμηλομεσαίες στροφές. Ούτως ή άλλως, ο 2λιτρος τούρμπο είναι πολύ πάνω από ισχυρός δίχως την υβριδική υποστήριξη.
Οι 272 ίπποι του συνοδεύονται από 550 Nm ροπής, που αποδίδονται μόλις στις 1.800 σ.α.λ. Με τόση δύναμη από τόσο χαμηλά, συν το αναλογικά πυκνό γρανάζωμα που επιτρέπει η 9τάχυτη διάταξη του αυτόματου κιβωτίου, δεν είναι να απορείς που τα 2.320 κιλά φαίνονται σαν να μένουν… μισά όταν πατάς το γκάζι. Και δεν μιλάμε για σανίδωμα, αλλά για χάδι στο δεξί πεντάλ. Ανάλογα με τη θέση της βελόνας στο στροφομέτρου, μπορεί να έχεις στη διάθεσή σου έως 750 Nm (θερμικό + ηλεκτρικό μοτέρ)! Κατά συνέπεια, δεν τίθεται ούτε υποψία υστέρησης ή επιθυμία για καλύτερο τράβηγμα. Η 300 d αδιαφορεί για το φορτίο που κουβαλάει και επιταχύνει αδιάκοπα από χαμηλά, προσφέροντας ένα απαλό και εξαιρετικά καλοδεχούμενο γουργουρητό στα αυτιά σου, που μόνο πετρελαιοκινητήρα δεν θυμίζει.
Όταν αποφασίσεις να γνωρίσεις το δεξί πεντάλ με τη μοκέτα, δέχεσαι το κόλλημα στην πλάτη του καθίσματος και την υπενθύμιση του τι μπορεί να κάνει ένας καλορυθμισμένος ντίζελ. Παρά τους 2,3+ τόνους η GLE 300 d 4Matic Coupe καλύπτει το «100άρι» σε 6,8 δλ., θυμίζοντας μικρό hot hatch! Παράλληλα, φτάνει σε ταχύτητες αυτοκινητοδρόμου (130-150 χλμ./ώρα) «σβηστή» και με το 9G-Tronic να κράτα το μοτέρ στις 1.500-1.600 σ.α.λ., προσφέροντας μια μυοχαλαρωτική και αγχολυτική εμπειρία σε οδηγό-επιβάτες.
Την ίδια ώρα που πετυχαίνει τα παραπάνω, ζητάει λίγα σε καύσιμο. Η μέση τιμή κατανάλωσης κυμάνθηκε ένα «τσακ» πάνω από τα 9,5 λίτρα/100 χλμ. (9,6-9,7), τιμή εξαιρετική για τέτοιο μεγάλο και βαρύ όχημα και με τόση έφεση στο γκάζι. Με λίγη προσοχή και το πρόγραμμα Εco μπορεί να πέσεις κάτω από τα 8,5 λίτρα/100 χλμ., όπως αντίστοιχα μπορεί να πιάσεις «13άρι» αν είσαι φαν του δεξιού πεντάλ.
Οδοστρωτήρας και με ατελείωτη πρόσφυση
Και φαν των βουνών να είσαι, δεν θα απογοητευτείς. Παρά τις μεγάλες διαστάσεις, η GLE 300 d πατάει (κυριολεκτικά και μεταφορικά) στο στάνταρ σύστημα τετρακίνησης και την προαιρετική αερανάρτηση, στρίβοντας με ταχύτητες που για έναν εξωτερικό παρατηρητή φαντάζουν τρομακτικές. Ο οδηγός, βέβαια, δεν αισθάνεται την παραμικρή ανασφάλεια, καθώς απολαμβάνει την άπλετη πρόσφυση από το 275άρι πέλμα των ελαστικών και τον άψογο έλεγχο του αμαξώματος από την αερανάρτηση, που την καθιστά ως υποχρεωτική επιλογή για όποιον ενδιαφέρεται να αγοράσει το αυτοκίνητο.
Η ντίζελ GLE Coupe θα στρίψει «κομμάτια» ως ενιαίο κομμάτι, εκδηλώνοντας μόνο κάποιες τάσεις υποστροφής σε κλειστές στροφές – κι αυτές αν πάρεις λάθος γραμμή ή μπεις με παραπάνω χιλιόμετρα. Η ισχύς του κινητήρα χαλιναγωγείται ιδανικά από την τετρακίνηση και τα ηλεκτρονικά, αποτρέποντας τα γλιστρήματα είτε εμπρός είτε (λίγο δυστυχώς) πίσω. Εκεί που θα πρέπει να έχεις το νου σου είναι στο φρενάρισμα. Κι αυτό όχι γιατί το σύστημα πέδησης υστερεί, τουναντίον: και πολύ καλή αίσθηση το πεντάλ προσφέρει, και καλό «δάγκωμα». Η ευχέρεια με την οποία μαζεύει φόρα η 300 d όμως, σε συνδυασμό με το μεγάλο βάρος, δύναται να κουράσουν τα δισκόφρενα στο ορεινό στροφιλίκι. Πιο πιθανό, ωστόσο, είναι να παρασυρθείς ο ίδιος και να νομίσεις πως οδηγείς σπορ τετράτροχο, φρενάροντας αργότερα από όσο επιτάσσουν τα χαρακτηριστικά της μεγάλης Mercedes.
Σε πιο ήρεμες καταστάσεις, η GLE Coupe σε κάνει να νιώθεις σαν στο σαλόνι του σπιτιού σου. Ισοπεδωτική ποιότητα κύλισης, ελάχιστο επίπεδο θορύβου από κινητήρα/ελαστικά/αέρα και άνετα καθίσματα, για μια αίσθηση λιμουζίνας.
(+) Σχεδίαση, κινητήρας, επιδόσεις, ποιότητα κύλισης, οδική συμπεριφορά, χώροι, πολυτέλεια
(-) Τιμή, ορατότητα προς τα πίσω