Η Hyundai έχει πιάσει όσο λίγοι το σφυγμό της αγοράς, προσφέροντας μοντέλα που απευθύνονται σε καίριες ανάγκες του αγοραστικού κοινού. Εκεί που πετυχαίνουν διάνα ακόμα περισσότερο όμως, είναι στον τρόπο που αποφεύγουν τις εσωτερικές συγκρούσεις. Για παράδειγμα, όταν παρουσιάστηκε το Bayon πολλοί νόμιζαν ότι θα «φαγωνόταν» με το Kona. Τι έγινε τελικά; Αμφότερα είναι τελείως διαφορετικά, με το δικό τους στιλ και καλύπτουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τις ανάγκες των καταναλωτών.
Το Bayon πριν λίγο καιρό ανανεώθηκε, αντλώντας έμπνευση από τη ριζικά διαφορετική δεύτερη γενιά του Kona. Ανανέωση – αναβάθμιση που δεν επηρέασε στο ελάχιστο τις πολύ καλές τιμές, όπως φανερώνει το άνοιγμα της γκάμας στις 19.290 ευρώ για το βασικό 1.2 λτ. 79 PS Premium. Ο εξοπλισμός περιλαμβάνει τα πάντα, όπως 6 αερόσακους, αυτόματη έκτακτη πέδηση, υποβοήθηση διατήρησης λωρίδας, αυτόματη ρύθμιση υψηλής σκάλας φώτων, ψηφιακό πίνακα οργάνων με οθόνη 4,2 ιντσών, infotainment με οθόνη 10,25 ιντσών με πλοήγηση και έλεγχο λειτουργιών μέσω smartphone, κάμερα οπισθοπορείας και ζάντες αλουμινίου 16 ιντσών. Τα full LED φώτα μπροστά και λωρίδα Seamless Horizon Lamp που τα ενώνει, είναι προνόμιο της έκδοσης Distinctive και των 20.490 ευρώ που απαιτεί η αγορά της. Σε κάθε περίπτωση το μικρό SUV καλύπτεται με 5ετή εργοστασιακή εγγύηση απεριορίστων χιλιομέτρων.
Πετυχημένο φρεσκάρισμα, αναλλοίωτος χαρακτήρας
Το πρώτο πράγμα που εντοπίζει το μάτι στο φρεσκαρισμένο Bayon, είναι το πιο δυναμικό και κομψό παράλληλα εμπρός μέρος. Τα ενιαία LED ημέρας χαράζουν το άνω τμήμα, έχοντας πλέον από κάτω τους μια μεγαλύτερη μάσκα και έναν προφυλακτήρα με πιο αιχμηρές άκρες, ο οποίος επέβαλλε ανασχεδιασμό και στους προβολείς, ενώ στο κάτω τμήμα η προστατευτική ποδιά φαίνεται περισσότερο. Πρωταγωνιστής τα φανάρια και πίσω, με τη λωρίδα που τα ενώνει να εντείνει την αίσθηση του πλάτους και του δυναμισμού. Πολύ όμορφο και το σχέδιο των 17άρηδων τροχών, ολοκληρώνοντας τις -σε γενικές γραμμές- άκρως επιτυχημένες αλλαγές.
Οι οθόνες αναβαθμίζουν το διάκοσμο, σταθερά κορυφαίοι οι χώροι
Στο εσωτερικό οι αλλαγές είναι πιο περιορισμένες αισθητικά, αλλά όχι τεχνολογικά. Το αναβαθμισμένο σύστημα πολυμέσων διαθέτει καλύτερα γραφικά, περισσότερες εφαρμογές συνδεσιμότητας και βελτιωμένη χρηστικότητα, ενώ πια συγκαταλέγονται στο στάνταρ εξοπλισμό τόσο η οθόνη του πίνακα οργάνων των 4,2 ιντσών, όσο και η οθόνη αφής των 10,25 ιντσών στο infotainment. Όλα καλοδεχούμενα στοιχεία, που ανεβάζουν επίπεδο το Bayon και κάνουν ακόμα πιο ευχάριστη τη διαμονή στο εσωτερικό του, όπου εξακολουθούν να κυριαρχούν οι χώροι.
Παρά το γεγονός ότι πρόκειται για ένα κόμπακτ SUV ούτε 4,2 μέτρων (4.180 χλστ. μήκος), είναι σε θέση να καλύψει πλήρως τις μεταφορικές ανάγκες τεσσάρων ενηλίκων επιβατών, συν ενός παιδιού. Η ευρυχωρία του δίνει την αίσθηση μεγαλύτερου αυτοκινήτου, καθώς στο πίσω τμήμα της καμπίνας υπάρχει αρκετός αέρας για πόδια και κεφάλι. Από τα μεγαλύτερα (στα B-SUV) είναι το πορτμπαγκάζ των 411 λίτρων, με πρόσθετο χώρο για μικροαντικείμενα κάτω από το δάπεδο. Όσο για την εταζέρα που «κουμπώνει» πίσω από την πλάτη του πίσω καθίσματος, λύνει τα χέρια όταν χρειαστεί να χωρέσουν περισσότερες αποσκευές. Τα «συν» της καμπίνας του περιλαμβάνουν επίσης την πλευρική στήριξη του καθίσματος, την εργονομία (κάθε διακόπτης είναι εκεί που τον περιμένεις) και τη στιβαρότητα της κατασκευής. Ναι μεν απαρτίζεται από σκληρά υλικά, ωστόσο δεν κουνάνε «ρούπι» ούτε σε διαρκές πέρασμα από ανωμαλίες – κάτι που μεταφράζεται σε παντελή απουσία τριγμών.
Φιλότιμος ο ατμοσφαιρικός 1.200άρης, μεγάλη βοήθεια η κλιμάκωση του κιβωτίου
Ατμοσφαιρικά μοτέρ, ειδικά σε B-SUV, συναντάμε πια ελάχιστα. Εδώ κοντεύουν να εξαφανιστούν από τα σουπερμίνι, στα μεγαλύτερα/βαρύτερα/λιγότερο αεροδυναμικά SUV τί να κάνουν; Ο 1.2 MPi της Hyundai δίνει τις απαντήσεις που πρέπει, βοηθούμενος από την κλιμάκωση του 5τάχυτου χειροκίνητου κιβωτίου. Η ονομαστική ισχύς των 79 ίππων και 113 Nm ακούγεται (και είναι) μικρή, ειδικά όταν καλείται να κινήσει μίνιμουμ 1.045 κιλά. Αν βάλουμε απλά οδηγό-συνοδηγό και λίγες αποσκευές ξεπερνάμε τα 1.200 κιλά, ενώ μην ξεχνάμε πως υπάρχει και το «φρένο» του κλιματισμού το καλοκαίρι. Ο θαρραλέος τετρακύλινδρος δεν φοβάται να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις, έστω κι αν τα 13,5 δλ. για το 0-100 χλμ./ώρα και η τελική των 165 χλμ./ώρα δίνουν την εικόνα ότι ζορίζεται. Πράγματι, θέλει να τον δουλεύεις κάπως ψηλά (πάνω από 3.000 σ.α.λ.) για να πάρεις αποτέλεσμα, όπως φανερώνουν και οι 4.200 σ.α.λ. που αποδίδεται η μέγιστη ροπή. Περισσότερο, ωστόσο, η αίσθηση φαίνεται χειρότερη διότι έχουμε καλομάθει στα 1.000άρια τούρμπο, που «φυσάνε» από τις 1.500 σ.α.λ.
Ο 1.2 MPi αποδεικνύεται «παλικάρι», αναπτύσσοντας απρόσμενα εύκολα ταχύτητες 120-130 χλμ./ώρα. Το κοντό γρανάζωμα επιβάλλει βέβαια ένα τίμημα στα ντεσιμπέλ, καθώς για να πιάσεις (και να κρατήσεις) αυτά τα χιλιόμετρα θες 4.000-4.200 σ.α.λ. Οπότε αναμενόμενα περνάει θόρυβος στην καμπίνα, αν και η μόνωση κάνει πολύ καλή δουλειά στη διατήρηση της ενόχλησης σε χαμηλά επίπεδα. Εξίσου αναμενόμενα εμφανίζεται «τσιμπημένη» η κατανάλωση, αν και θα την περίμενες περισσότερο. Σε μικτό κύκλο, που περιλάμβανε και πολλούς «κόφτες» λόγω φωτογράφισης, το trip έγραψε 8,9 λίτρα/100 χλμ. Υπό νορμάλ συνθήκες, όμως, βλέπεις εύκολα 1,2-1,5 λίτρα/100 χλμ. λιγότερα (7,4 λίτρα/100 χλμ.). Και πάλι, ψηλά με βάση τα υπερτροφοδοτούμενα στάνταρ, μια χαρά για ατμοσφαιρικό B-SUV 79 ίππων και 1+ τόνων.
Σίγουρο και ξεκούραστο οδηγικά
Το Bayon στοχεύει στο να προσφέρει άνετες και ασφαλείς μετακινήσεις σε όλες τις συνθήκες, κάτι που το καταφέρνει πολύ καλά και στην πράξη. Καταρχήν οι μαζεμένες του διαστάσεις ευνοούν την ευελιξία (βάλσαμο στην πόλη τα μόλις 5,2 μέτρα του κύκλου στροφής) και βολεύουν στο παρκάρισμα. Κατόπιν το στιβαρό του πλαίσιο και οι κατάλληλα ρυθμισμένες αναρτήσεις εξασφαλίζουν συμπαγή αίσθηση, χαμηλό θόρυβο κύλισης και πολύ καλό πάτημα.
Τα 79 άλογα δεν υπάρχει περίπτωση να προβληματίσουν τα ελαστικά με απώλεια πρόσφυσης μέσα στη στροφή. Ούτε το σετάρισμα των αμορτισέρ, που κρατάνε τις κλίσεις στον ελάχιστο βαθμό. Υποστροφή δεν υφίσταται ούτε άμα το επιδιώξεις, υπερστροφή μπορεί να κουνήσεις ελαφρώς, ομαλά και προοδευτικά, την ουρά με δυνατό φρένο και τιμονιά μέσα στην καμπή. Για τους «μερακλήδες» έχουμε παραδοσιακό χειρόφρενο, σε μια από τις σπάνιες εμφανίσεις του σε καινούργιο αυτοκίνητο. Το τιμόνι αφήνει τις καλύτερες εντυπώσεις σε αίσθηση, βάρος και ακρίβεια, ενώ δεν τίθεται θέμα απόδοσης ή απόκρισης για τα φρένα, που έχουν δισκόφρενα και πίσω! Ακριβότερα SUV ή και ηλεκτρικά που κάνουν πάνω από 40.000 ευρώ, φρενάρουν με ταμπούρα πίσω…